Σελίδες

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Ποια είναι η νέα περίπλοκη Γεωπολιτική της Ενέργειας: Σεΐχηδες εναντίον Σχιστολίθου

Ποια είναι η νέα περίπλοκη Γεωπολιτική της Ενέργειας: Σεΐχηδες εναντίον Σχιστολίθου
Η πρόσφατη συμφωνία του ΟΗΕ για το κλίμα δρομολογεί την δυνατότητα να αλλάξει ο χάρτης της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας από ένα μοντέλο όπου κυριαρχούν τα ορυκτά καύσιμα σε ένα που διέπεται από τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Είναι σαφές ότι, εάν συμβεί αυτό, οι χώρες παραγωγής υδρογονανθράκων θα πρέπει να προσαρμόσουν τις οικονομίες τους προς χαμηλότερα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου. Η άνοδος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί επίσης να δημιουργήσει νέα κέντρα γεωπολιτικής ισχύος. Όσο διευρύνεται η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η γεωπολιτική σημασία των χωρών παραγωγής της αναμένεται να είναι μικρότερη από ό,τι στην εποχή των ορυκτών καυσίμων. Αντί να επικεντρώνεται σε δύο μόνο σημαντικούς πόρους, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, η γεωπολιτική της ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα μπορεί να εξαρτάται από πολλούς άλλους παράγοντες, όπως η πρόσβαση στην τεχνολογία, τις γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τα υλικά σπανίων γαιών, τις πατέντες, την αποθήκευση και αποστολή, για να μην αναφέρουμε τις απρόβλεπτες κυβερνητικές πολιτικές.
Ο 20ος και 21ος αιώνας διαμορφώθηκαν καθοριστικά από την γεωπολιτική της ενέργειας, δηλαδή από τον τρόπο που χώρες επηρεάζουν η μία την άλλη μέσω της ενεργειακής προσφοράς και ζήτησης. Υπάρχει μια τεράστια βιβλιογραφία που δείχνει πώς η εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού, ιδίως με τη μορφή φυσικού αερίου ή πετρελαίου, ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα σημαντικό στοιχείο σε πολλές πολιτικές αποφάσεις. Τόσο οι υψηλές τιμές του πετρελαίου της δεκαετίας του '70 όσο και οι σημερινές χαμηλές τιμές του μπορούν να αποδοθούν σε γεωπολιτικές σκοπιμότητες. Η πιο πρόσφατη πτώση των τιμών οφείλεται στους παραδοσιακούς πετρελαιοπαραγωγούς, οι οποίοι προσπαθούν να αποτρέψουν την απώλεια μεριδίου της αγοράς από τους παραγωγούς των ΗΠΑ που χρησιμοποιούν τη νέα τεχνολογία για την εξαγωγή πετρελαίου από σχιστολιθικά πετρώματα. Πρόκειται για την γνωστή αντιπαράθεση “σεΐχηδες εναντίον σχιστολίθου”.
Καθαρή Ενέργεια εναντίον Ορυκτών Καυσίμων
Σήμερα, η ισορροπία δυνάμεων στην ενεργειακή γεωπολιτική απομακρύνεται από τις χώρες με πετρελαϊκά κοιτάσματα προς χώρες που αναπτύσσουν πηγές ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Πολλοί πιστεύουν ότι οι εναλλακτικές τεχνολογίες, όπως η αιολική και η ηλιακή ηλεκτρική ενέργεια, θα μειώσει τη γεωπολιτική ισχύ των παραδοσιακών πετρελαιο-παραγωγών χωρών, επειδή οι εναλλακτικές λύσεις χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα κάνουν την διαφορά και και θα αυξήσουν την ενεργειακή ασφάλεια, ιδιαίτερα σε εκείνες τις χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων.
Συνεπώς, η πρόβλεψη των νικητών και των χαμένων είναι πολύ δύσκολη, γιατί πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν πάρα πολλές παράμετροι. Στην γεωπολιτική των παραδοσιακών μορφών ενέργειας υπάρχουν σαφή κέντρα εξουσίας τόσο στην πλευρά της προσφοράς, όπου κυριαρχούν ο ΟΠΕΚ που κατευθύνει η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και στην πλευρά της ζήτησης, όπου η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, και, πάλι, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι οι πιο σημαντικές αγορές. Οι συμμετέχοντες είναι εξοικειωμένοι με την αναμενόμενη συμπεριφορά των μεγάλων παικτών. Η γεωπολιτική της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, από την άλλη πλευρά, είναι μια πολύ πιο περίπλοκη υπόθεση με πολλούς αποκεντρωμένους παράγοντες.
Παρά τον περίπλοκο δρόμο που ανοίγεται, μπορούμε να κάνουμε έναν απολογισμό των παραγόντων που θα καθορίσουν ποια έθνη θα κερδίσουν και ποια θα χάσουν σε δύναμη, καθώς ο κόσμος επιδιώκει να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Ένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά ορισμένων τεχνολογιών που δεν βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα είναι ότι παρέχουν ευκαιρίες για κατανεμημένη παραγωγή, όπως ηλιακή ενέργεια από τις ταράτσες και απομακρυσμένες ανεμογεννήτριες. Ο τρόπος μεταφοράς της ενέργειας θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην κερδοφορία των διαφόρων έργων. Για παράδειγμα, στην Κίνα, η παρουσία εργοστασίων που καίνε άνθρακα και παράγουν θερμότητα και ηλεκτρικό ρεύμα, σε συνδυασμό με τις σταθερές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνει την ελκυστικότητα των έργων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ενώ στη Γερμανία, οι τρέχουσες πρακτικές διεκπεραίωσης προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κανόνες σχετικά με το εάν και πότε οι παραγωγοί μικρής κλίμακας μπορούν να επιστρέφουν ηλεκτρική ενέργεια στο εθνικό δίκτυο μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τα οικονομικά των διαφόρων έργων.
Οι Χώρες Διέλευσης
Θέματα που αφορούν μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι εξίσου σημαντικά για την ενέργεια από μη ορυκτά καύσιμα αφού τα δεξαμενόπλοια και οι αγωγοί προορίζονται για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Το βασικό ερώτημα θα είναι ποιος ελέγχει τις σημαντικές γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος και χορηγεί άδεια για την κατασκευή τους. Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, μερικές γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας δεν παίρνουν ευκολότερα έγκριση απ' ό,τι οι διαβόητοι αγωγοί φυσικού αερίου (όπως ο Nord Stream II, ο Turkish Stream και ο South Stream), που η Ρωσία έχει επιχειρήσει ή προσπαθεί να κατασκευάσει στην Ευρώπη. Η απόκτηση άδειας από το κράτος και τις τοπικές αρχές για την κατασκευή γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι επίσης δύσκολη και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου.
Όσον αφορά τα ορυκτά καύσιμα, στο εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας οι χώρες διέλευσης είναι ζωτικής σημασίας. Τα περισσότερα από τα γεωπολιτικά παιχνίδια που περιλαμβάνουν το ρωσικό φυσικό αέριο δεν παίζονται μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή - υπάρχουν μερικά προβλήματα με τον αγωγό Nord Stream που συνδέει άμεσα τη Ρωσία και τη Γερμανία από τη θάλασσα - αλλά μεταξύ του πωλητή και της χώρας διέλευσης - για παράδειγμα, τα ατέρμονα προβλήματα με τη διαμετακόμιση μέσω Ουκρανίας. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα μπορούσαν να καταλήξουν σε παρόμοια κατάσταση με την συγκέντρωση της δύναμης στα χέρια όποιου έχει τον έλεγχο των μεγάλων γραμμών μεταφοράς ενέργειας. Για παράδειγμα, καθώς η Αιθιοπία παράγει υδροηλεκτρική ενέργεια, μπορεί να θέλει να πουλήσει το πλεόνασμα της ηλεκτρικής ενέργειάς της στην Αίγυπτο, αλλά θα πρέπει να συμφωνήσει με μια χώρα διέλευσης, το Σουδάν. Μια τέτοια συμφωνία θα παρέχει μακροπρόθεσμη σταθερότητα για τον πωλητή, τον αγοραστή και την χώρα διέλευσης.
Η στάση απέναντι στις διάφορες προηγμένες τεχνολογίες συχνά διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για το ποια θα αναδυθεί στην κορυφή. Η διαφορά στις προοπτικές της πυρηνικής ενέργειας στη Γερμανία και την Κίνα δεν καθορίζεται από τα οικονομικά, αλλά μάλλον από τις δημόσιες αντιλήψεις. Ως αποτέλεσμα των διαφορετικών απόψεων σχετικά με την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας, η Γερμανία αποφάσισε να κλείσει τους πυρηνικούς σταθμούς της, ενώ η Κίνα προσπαθεί επιθετικά να ηγηθεί στον τομέα της πυρηνικής τεχνολογίας. Παρόμοια ζητήματα υφίστανται και αλλού. Η δημόσια αντίληψη άλλαξε επίσης δραματικά τις προοπτικές για τη βιομηχανία βιοενέργειας. Πολλοί πιστεύουν ότι η αυξημένη παραγωγή αιθανόλης θα οδηγήσει σε αυξήσεις των τιμών των τροφίμων, δημιουργώντας φτώχεια και υποσιτισμό στις φτωχές χώρες.
Οι κερδισμένοι της Αποθήκευσης της Ενέργειας
Το “Τεχνολογική Πρόβλεψη και Κοινωνική Αλλαγή” των Scholten και Bosman, που εξετάζει τις πολιτικές επιπτώσεις των Ενεργειακών Συστημάτων από Ανανεώσιμες Πηγές. προσφέρει τις ακόλουθες τρεις παρατηρήσεις σχετικά με τη γεωπολιτική των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε σύγκριση με τη γεωπολιτική της ενέργειας που βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα. Κατ' αρχάς, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μετατοπίζουν το ενδιαφέρον από την απόκτηση πρόσβασης σε πόρους στην διαχείριση στρατηγικών υποδομών. Δεύτερον, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μετατοπίζουν την στρατηγική μόχλευσης από τους παραγωγούς στους καταναλωτές ενέργειας, αλλά και σε χώρες που είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες εξισορρόπησης και αποθήκευσης. Τρίτον, σε ένα σύστημα που κυριαρχούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι περισσότερες χώρες θα είναι τόσο παραγωγοί όσο και καταναλωτές της ενέργειας, καθώς η μειωμένη ανάγκη για εισαγωγές ενέργειας μπορεί να μειώσει σε μεγάλο βαθμό την γεωπολιτική αστάθεια που συνεπάγεται το ενεργειακό.
Πράγματι, οι πηγές αιολικής και ηλιακής ενέργειας αφθονούν πολύ περισσότερο από τους πόρους ορυκτών καυσίμων. Ωστόσο, η διαθεσιμότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διαφέρει σε κάθε περιοχή, επειδή εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το κλίμα και το γεωγραφικό πλάτος. Ως αποτέλεσμα, το κόστος της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας σε διάφορες περιοχές μπορεί να διαφέρει σημαντικά. Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι γραμμές μεταφοράς της ενέργειας, αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει μια κατάσταση παρόμοια με τη σημερινή στον κυριαρχούμενο από τα ορυκτά καύσιμα κόσμο, όπου οι παραγωγοί χαμηλού κόστους διαθέτουν γεωπολιτική δύναμη. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανακατανομή των ενεργειακών κέντρων στο εσωτερικό των χωρών και μεταξύ των χωρών. Ακριβώς όπως οι παραγωγοί πετρελαίου στην Αλάσκα μπορεί να μην έχουν τα κέρδη των παραγωγοί πετρελαίου στην Μέση Ανατολή, οι παραγωγοί αιολικής και ηλιακής ενέργειας στη Βόρεια Καρολίνα μπορεί να μην έχουν τα έσοδα των αντίστοιχων παραγωγών στο Τέξας. Ομοίως, το κόστος παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα είναι χαμηλό στη βόρεια Χιλή, όπου η ξηρή έρημος, το μεγάλο υψόμετρο, η πνοή των ανέμων και η ηλιοφάνεια είναι πολύ ευνοϊκοί παράγοντες από τις συνθήκες, ας πούμε, σε κάποια μέρη της Βολιβίας και της Παραγουάης.
Λόγω της διαλείπουσας (περιοδικής) φύσης τους, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας απαιτούν αποθήκευση της ενέργειας, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη μορφή μπαταριών, μεγάλης κλίμακας υδάτινα αποθέματα, ή αντλησιοταμίευση (μέθοδος αποθήκευσης και διαχείρισης της ενέργειας ανάλογα με την ζήτηση) της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Οι μπαταρίες δημιουργούν ανησυχίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα ορισμένων στοιχείων τους.
Οι αποφάσεις κατά το στάδιο της μετάβασης
Όπως με κάθε νέα βιομηχανία, οι παραγωγοί ενέργειας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα προσπαθούν να κερδίσουν πολιτικούς συμμάχους που θα υποστηρίξουν την προνομιακή μεταχείριση των τεχνολογιών τους, με τη μορφή φορολογικών εκπτώσεων λόγω επένδυσης, επιχορηγήσεις, εγγυήσεις δανείων, διατάξεις υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και ούτω καθεξής. Η Γερμανία και η Ισπανία αποτελούν παραδείγματα χωρών όπου η χρηματοδοτική στήριξη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχει αλλάξει δραματικά. Για παράδειγμα, η Γερμανία μείωσε την επιδότησης της ηλιακής ενέργειας για τα φωτοβολταϊκά συστήματα στέγης, από 0,55 Ευρώ ανά κιλοβατώρα το 2005 σε 0,12 Ευρώ ανά κιλοβατώρα το 2016. Οι αλλαγές στην οικονομική στήριξη επηρέασαν δραματικά τις νέες εγκαταστάσεις των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Κατά τη διάρκεια της μετάβασης σε ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα, περιοχές και χώρες πρέπει να πάρουν πολλές αποφάσεις χωρίς να έχουν ουσιαστική εμπειρία στις νέες τεχνολογίες, με δυνητικά μεγάλες γεωπολιτικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, για να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, τον Αύγουστο του 2016 η Πολιτεία της Μασσαχουσέττης ψήφισε ένα νομοσχέδιο που απαιτεί οι ηλεκτρικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας να αγοράζουν αιολική, υδροηλεκτρική, και γενικά ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές μεγάλης κλίμακας από υπεράκτιες χώρες. Το πιο πιθανό είναι η απαίτηση αγοράς αιολικής ενέργειας να ωφελήσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες και η απόκτηση υδροηλεκτρικής ενέργειας τις καναδικές.
Όποιος προσπαθεί να προβλέψει τα αποτελέσματα θα πρέπει να έχει κατά νου ότι η γεωπολιτική τόσο των παραδοσιακών όσο και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα συνυπάρχει για αρκετό διάστημα. Ορισμένες αποφάσεις σε αυτή τη μεταβατική περίοδο οδηγούν σε απροσδόκητα αποτελέσματα.
Παρά την αβεβαιότητα και τα προς τα πίσω βήματα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ισορροπία δυνάμεων στην ενεργειακή γεωπολιτική μετατοπίζεται από τις χώρες με πηγές ορυκτών καυσίμων στις χώρες που αναπτύσσουν λύσεις χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Η Κίνα, για παράδειγμα, προσπαθεί να γίνει ηγέτης στην παροχή τεχνολογιών πυρηνικής, ηλιακής και αιολικής ενέργειας, τόσο χρησιμοποιώντας τες στην εγχώρια αγορά όσο και αναπτύσσοντας την ικανότητας της να τις εξάγει. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η κυβερνητική στήριξη στην ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα οδηγεί μερικές φορές σε πόλεμο τιμών για τον εξοπλισμό παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας. Για παράδειγμα, το 2013, η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε μέτρα αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων στις εισαγωγές ηλιακών κυψελών και πάνελ από την Κίνα. Το 2016, επέκτεινε τα μέτρα αυτά στις κινεζικές μεταφορτώσεις μέσω της Ταϊβάν και της Μαλαισίας.
Ένα ιστορικό ανάλογο μπορεί να μας δείξει πόσο περίπλοκη μπορεί να γίνει η γεωπολιτική σε έναν κόσμο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η γεωπολιτική στον τομέα των παραδοσιακών μορφών ενέργειας είναι παρόμοια με την αντιπαράθεση κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Σοβιετικής Ένωσης: Υπήρχαν πολλές αντιπαραθέσεις, αλλά συγχρόνως και διακριτά κέντρα εξουσίας, συμμαχίες, κανόνες για τη διαχείριση των συγκρούσεων, καθώς και συνεχείς επαφές και διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Ομοίως, ξέρουμε ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι αγοραστές και πωλητές πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ και οι δύο πλευρές έχουν διαπραγματευτική εμπειρία δεκαετιών.
Η γεωπολιτική της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όμως, μοιάζει περισσότερο με τον μετασοβιετικό κόσμο, όπου συχνά δεν είναι σαφές ποια θα είναι η επόμενη πρόκληση, τι μορφή θα πάρει, ή από πού θα προέρχεται. Οι παράγοντες είναι πολλοί και αποκεντρωμένοι.
Ενώ διαπραγματεύονται την πρόσβαση σε πηγές, τεχνολογία, γραμμές μεταφοράς, και άλλα, οι κυβερνήσεις και ο βιομηχανικός τομέας έχουν πολλά να μάθουν για τον τρόπο που πρέπει να κινηθούν σ' αυτή την μεταβατική ενεργειακή περίοδο. Ακόμη και οι πολιτικές που καθορίζουν το ρυθμό των αλλαγών είναι εξαιρετικά αβέβαιες. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι μόνο ότι η προσφορά και η ζήτηση για ενέργεια θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων για πολλά χρόνια στο μέλλον.

[Πηγή: By Sergey Paltsev, Taylor & Francis Online, 04/10/2016, http://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/00963402.2016.1240476. Ο Sergey Paltsev είναι ερευνητής στο MIT Energy Initiative και στο MIT Center for Energy and Environmental Policy Research, και αναπληρωτής διευθυντής του κοινού προγράμματος του MIT για την Επιστήμη και την Πολιτική της Παγκόσμιας Αλλαγής.]

Δημοσιεύθηκε στο Hellenic Nexus τ.113, Δεκέμβριος 2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου