Σελίδες

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

Από το «1984» στην «Πανδημία» Η (Αντ)επανάσταση της Επιστήμης στην υπηρεσία των Ελίτ

Από το «1984» στην «Πανδημία»

Η (Αντ)επανάσταση της Επιστήμης στην υπηρεσία των Ελίτ

«Αν θέλεις μια εικόνα του μέλλοντος, φαντάσου μια μπότα να πατάει το πρόσωπο ενός ανθρώπου - για πάντα»

Τζωρτζ Όργουελ, 1984

 

Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη

Θυμάστε την παραπάνω φράση που ο Τζωρτζ Όργουελ έγραψε στο αριστούργημά του, το 1984, πριν από 72 χρόνια; Πιστεύω ότι εκατομμύρια άνθρωποι σήμερα στον «πολιτισμένο» κόσμο αισθάνονται κάτι ανάλογο όταν βλέπουν όλα αυτά τα τρομοκρατικά δελτία ειδήσεων, τα κατευθυνόμενα από τις ελίτ για να απειλούν τον κόσμο. Πολύ πριν τον Όργουελ, ήταν ο Ντοστογιέφσκι που στα μυθιστορήματά του περιέγραφε προφητικά τον επερχόμενο ζόφο και τα φαινόμενα που ήδη ζούμε: την βία, την προδοσία της δημοκρατίας, τον έλεγχο της σκέψης και το τελικό πνευματικό κενό… Σ’ ένα μέλλον που δεν θα υπάρχει τίποτε ιερό, οι νέοι, χωρίς ψυχή, θα εξοστράκιζαν τους «αρνητές», θα «τιμωρούσαν» τους μεγάλους και η υλιστική επιστήμη -οι υπολογιστές και η «πρόοδος»- θα παραγκώνιζαν οτιδήποτε ανθρωπιστικό, ιερό και φιλοσοφημένο στο όνομα της απλής επιβίωσης.

Ποιος θα το φανταζόταν ότι ένα τέτοιο σενάριο, πιο εφιαλτικό κι από το «1984», ήταν θέμα χρόνου για να δημιουργηθεί… κι αν χρειασθεί, και να επιβληθεί σε μια τέλεια και σταθερή υγειονομική νέα τάξη πραγμάτων.

Αυτό που φαίνεται πλέον ότι μένει να γίνει είναι περισσότερη αδράνεια και υποταγή των μαζών, περισσότερη θέληση των ελίτ… και περισσότερο αιματοκύλισμα. Ας ευχηθούμε, κι ας αγωνισθούμε, να μην γίνει ποτέ.

Πράγματι, τα σχέδια των ελίτ δεν φαίνεται να ευοδώνονται στον βαθμό που υπολόγιζαν μέχρι σήμερα.

Η εργαλειοποίηση της πανδημίας που έκαναν τους τελευταίους μήνες και ο ρόλος των εταιρικών, ή κρατικών, δυτικών ΜΜΕ στην πλύση εγκεφάλου των υπηκόων αυτό που προκάλεσε είναι μεγαλύτερη δυσπιστία απέναντι στους «ειδικούς» και περισσότερο μίσος για το νεοταξικό σύστημα. Όλο και περισσότεροι στρέφουν την οργή τους κατά των υπερ-πλούσιων αρχουσών τάξεων που έχουν τον απόλυτο έλεγχο του συστήματος ΠΟΥ-ΜΜΕ-Big Pharma.

Σήμερα, οι ματεριαλιστικές ελίτ έχουν ξεκόψει από την κοινωνία (κατά το νεοφιλελεύθερο μότο «δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνον άτομα» της Θάτσερ) και στρέφονται σταδιακά κατά του λαού. Ο Κρίστοφερ Λας υπογραμμίζει στο προφητικό βιβλίο του Η Εξέγερση των ελίτ (εκδ. ΝΗΣΙΔΕΣ, 1994) ότι, η απομόνωση των ελίτ φθάνει σε πρωτοφανές επίπεδο για υλικούς λόγους: η συμμετοχή τους σε μεγάλες πόλεις, σε μεγάλες επιχειρήσεις, στην κατάτμηση της οικονομίας και στην παγκοσμιοποίηση τις απομακρύνουν από τους απλούς πολίτες. Στο πνευματικό επίπεδο, προωθούν πολιτικές ιδεολογίες που είναι εντελώς αντίθετες με τις αγωνίες και τις ανάγκες του λαού.

Η (Αντ)επανάσταση των ελίτ οδηγεί στην παρακμή του δημοκρατικού λόγου. Ο Κρίστοφερ Λας δείχνει ότι η αναταραχή των λαϊκών τάξεων, σε συνδυασμό με την ευελιξία και την απληστία της ελίτ, καθιστά την πολιτική συγκρότηση μη λειτουργική. Οι ελίτ περιορίζουν τώρα την κοινοβουλευτική δημοκρατία σε μια ευκαιρία κοινωνικής αναρρίχησης, δηλαδή βλέπουν τον λαό ως το γόνιμο έδαφος για την ανανέωση της ισχύος τους και τον πλουτισμό τους.

Αυτή η στάση των ελίτ βασίζεται σε μια «μετανθρωπική» ψευδαίσθηση. Με την ψευδαίσθηση ότι η τεχνολογία και η «επιστήμη» τους δίνει την δύναμη, οι ελίτ διεξάγουν κάθε είδους πολέμους: στρατιωτικά, οικονομικά και με την προπαγάνδα. Διεξάγουν οικονομική τρομοκρατία κατά του Παγκόσμιου Νότου. Η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και τα τραπεζικά μονοπώλια που υποστηρίζονται από την Αυτοκρατορία επιβάλλουν λιτότητα στους λαούς της Δύσης, όπως μέχρι τώρα έκαναν με τους φτωχούς του κόσμου.

Τέλος δε, προς όποια κατεύθυνση κι αν γυρίσει κάποιος τώρα αντιμετωπίζει ένα φράγμα προπαγάνδας που εκτοξεύεται από την «αυτοκρατορία» των ελίτ.

Οι ελίτ μισούν την Ελευθερία, γράφει ο συγγραφέας Patrick M. Wood στο αποκαλυπτικό βιβλίο του: Technocracy, The Hard Road to World Order. Ο Wood μιλάει για τον τεχνοκρατικό ολοκληρωτισμό που βλέπουμε να ορθώνεται γύρω μας ως το «ψευδές αφήγημα της υπεσχημένης ουτοπίας». 


Η αμφισβήτηση της Δυτικής Επιστήμης

Η λέξη «επιστήμη» προέρχεται από την ελληνική λέξη «επίσταμαι – γνωρίζω καλά». Η νέα λέξη «τεχνολογία» προέρχεται, επίσης, από την ελληνική λέξη που σημαίνει «να φτιάχνω». Η μετάβαση από την παραδοσιακή στη σύγχρονη επιστήμη σημαίνει ότι δεν επιδιώκουμε τόσο να γνωρίσουμε όταν μελετάμε την φύση, αλλά επιδιώκουμε να φτιάξουμε πράγματα - και, τελικά, να ξαναδημιουργήσουμε τη φύση. Αυτό το πνεύμα της αναδιαμόρφωσης της φύσης - περιλαμβανομένης και της ανθρώπινης φύσης – έχει συνεπάρει σήμερα τις εξουσιαστικές ελίτ, το επιστημονικό κατεστημένο και τις κυβερνήσεις. Διαποτισμένος με αυτό το πνεύμα, και χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της σύγχρονης επιστήμης, ο επιστημονικός ολοκληρωτισμός είναι μια μορφή διακυβέρνησης που φτάνει μακρύτερα από την τυραννία και προσπαθεί να ελέγξει το σύνολο των πραγμάτων.

Αυτή η απειλή έχει γίνει πλέον σε μεγάλο βαθμό επιστητή από τους ανθρώπους της εποχής μας, γι’ αυτό η εμπιστοσύνη προς την επιστήμη καταγράφει τα χαμηλότερα επίπεδά της, ιδιαίτερα μετά την πανδημία και όλα αυτά τα τραγελαφικά που προκάλεσαν οι «ειδικοί».

Μια έρευνα που βασίστηκε σε πέντε ερωτήματα διαπίστωσε ότι παγκοσμίως μόνο το 18% εμπιστεύονται τους επιστήμονες σε υψηλό επίπεδο και το 14% έχουν χαμηλό επίπεδο εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με το έγκυρο περιοδικό Science, το οποίο παρουσιάζει την έρευνα, η οποία έγινε σε 140 χώρες και ερωτήθηκαν πάνω από 140.000 πολίτες, το 54% των ανθρώπων περίπου εμπιστεύεται την σύγχρονη δυτική επιστήμη σε μεσαίο επίπεδο. Άλλες δημοσκοπήσεις έχουν θέσει παρόμοιες ερωτήσεις, αλλά αυτή, που διεξήχθη από την Gallup World Poll για την λονδρέζικη βιομετρική εταιρεία Welcome Trust, ισχυρίζεται ότι είναι η πρώτη που μελετά σε παγκόσμια κλίμακα πώς οι συμπεριφορές διαφέρουν ανάλογα με την εθνικότητα, το φύλο, το εισόδημα και την εκπαίδευση. Η έρευνα έγινε πριν το ξέσπασμα της «πανδημίας», μετά από την οποία έχει δοκιμασθεί δραματικά η σχέση των πολιτών με τους επιστήμονες, ιδίως τους ασχολούμενους με την υγεία και την εργαστηριακή έρευνα στους σχετικούς τομείς.

Οι κατά τόπους διαφορές είναι εντυπωσιακές: οι άνθρωποι στο Ουζμπεκιστάν, φερ’ ειπείν, ... λένε ότι εμπιστεύονται περισσότερο τους επιστήμονες, οι κάτοικοι της Γκαμπόν λιγότερο. Σχετικά με τα οφέλη της επιστήμης περισσότερο από το ένα τρίτο των ανθρώπων στη Νότια Αφρική και την Λατινική Αμερική λένε ότι η επιστήμη βοηθά «πολύ λίγα» άτομα στην χώρα τους.

Η έρευνα διερεύνησε επίσης την στάση απέναντι στα εμβόλια και διαπίστωσε ότι οι πολίτες στην Γαλλία είναι οι πιο σκεπτικιστές στον δυτικό κόσμο.

Τα υψηλότερα επίπεδα μεγάλης εμπιστοσύνης στην επιστήμη εμφανίζονται στην Βόρεια Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, σε ποσοστά 33% και 32% αντίστοιχα. Ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες με 26% και η Δυτική Ευρώπη με 24% ενώ, αντίστοιχα, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δείχνουν ποσοστά εμπιστοσύνης μόνο 15%, κάτω από τον παγκόσμιο μέσο όρο του 18%.

Η Ανατολή της Τεχνοκρατίας. Ο συγγραφέας Patrick M. Wood εξηγεί πώς άνοιξε ο δρόμος για την Επιστημονική Δικτατορία. Από το 1974, το μέλος της Τριμερούς Επιτροπής και ακαδημαϊκός Richard Gardner έγραψε το άρθρο «Ο Σκληρός Δρόμος προς την Παγκόσμια Τάξη» (The Hard Road to World Order) για το περιοδικό Foreign Affairs, στο οποίο προέβλεπε ένα δυσοίωνο μέλλον, που σήμερα έχει αρχίσει να διαφαίνεται με το πρόγραμμα του ΟΗΕ «Ατζέντα 2030».

Στις ΗΠΑ «η επιστήμη δέχεται πυρά όπως ποτέ άλλοτε», σύμφωνα με μια άλλη έρευνα της Boston Review. Πριν από έναν αιώνα, οι Αμερικανοί θεωρούσαν την επιστήμη ως ένα είδος «γνώσης των ανθρώπων», έναν πρακτικό τρόπο κοινής λογικής που αντιτίθεται σε όλες τις μορφές εξουσίας. Σήμερα, πολλοί απορρίπτουν τα ευρήματα των εμπειρογνωμόνων της υγείας τόσο άνετα, όσο και αυτά των επιστημόνων για την κλιματική αλλαγή.

Αλλά δεν είναι μόνο συντηρητικοί, όπως θα νόμιζε κανείς, αυτοί που αμφισβητούν την επιστημονική εξουσία ή βλέπουν τους επιστήμονες ως συνωμότες ενάντια στην θρησκεία και τις κοινωνικές αξίες μέσω της γενετικής μηχανικής και της βιοτεχνολογίας.

Έχει σημάνει γενικός συναγερμός για πολλές εφαρμογές της βιολογικής έρευνας, για παράδειγμα, σε όλο το πολιτικό φάσμα. Οι πολίτες τείνουν να είναι σκεπτικιστές απέναντι σε επιστημονικές θεωρίες και εφαρμογές, αλλά συχνά είναι καχύποπτοι ακόμα και για βασικές διαδικασίες.

Ακόμη και ως άτομα, οι επιστήμονες αντιμετωπίζουν τον αυξανόμενο σκεπτικισμό και ανάλογες υποψίες είναι ιδιαίτερα ισχυρές μεταξύ των Μαύρων και Λατινοαμερικανών - κυρίως μεταξύ των Δημοκρατικών ψηφοφόρων - καθώς και μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ. Βλέποντας αυτές τις ενδείξεις, πολλοί επιστήμονες φοβούνται ότι ζουν πλέον σε έναν κόσμο όπου πολλοί πολίτες έχουν στραφεί εναντίον τους. Στα επιχειρήματα των αρχών της δεκαετίας του 2020 για την επιστήμη βασίζονται μερικές από τις πιο διχαστικές και έντονες πολιτικές συζητήσεις μας. Από την κλιματική αλλαγή έως το fracking (ή υδραυλική ρωγμάτωση: συγκεκριμένη μέθοδος εξόρυξης πετρελαίου και αερίου), τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, την γενετική «αναβάθμιση» του ανθρώπινου σώματος με γονιδιακές θεραπείες, τα εμβόλια mRNA κ.ά., οι σύγχρονες πολιτικές μάχες δημιουργούν διαφωνίες σχετικά με τη νομιμότητα των επιστημονικών θεωριών, των μεθοδολογιών, των θεσμών, των εννοιών, ακόμη  και των επιστημονικών δεδομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ακαδημαϊκοί, οι πολίτες και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να σκεφθούν προσεκτικά για την επιστήμη και τις πολιτιστικές και πολιτικές της συνέπειες.

Η μεταπολεμική περίοδος, την οποία σήμερα θυμόμαστε ως «χρυσή εποχή» της δυτικής επιστήμης, επέβαλε την πάνδημη αναγνώριση της επιστημονικής κοινότητας στον νεώτερο πολιτισμό.

Μετά την αμφισβήτηση των ‘60ς, ένας αυξανόμενος αριθμός επικριτών θεωρούσε τον «επιστημονισμό» όχι απλώς μια ελαττωματική φιλοσοφία αλλά και μια επικίνδυνη πολιτιστική δύναμη που έχει διαπεράσει την σύγχρονη εποχή και έχει προκαλέσει τα χαρακτηριστικά προβλήματά της.

Συζητήσεις για τη βιοτεχνολογία και άλλα αμφιλεγόμενα ζητήματα καταλήγουν στο ότι η επιστήμη προκαλεί σοβαρά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα όταν επιβάλλει λανθασμένες αντιλήψεις για την ανθρωπότητα. Σήμερα, μετά τα όσα τραγελαφικά ζήσαμε με το ξέσπασμα του κορονοϊού, τις παλινωδίες των ειδικών και την ενοχοποίηση των γενετιστών ερευνητών για πιθανή διαρροή του ιού, έχουν διογκωθεί οι φόβοι για αυτό που πολλοί θεώρησαν, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ως επικείμενη απειλή ολοκληρωτισμού και χειραγώγησης μέσω προγραμμάτων ελέγχου από επιστήμονες-ενεργούμενα.

Το διάσημο Αναγεννησιακό σχέδιο του σοφού Λεονάρντο ντα Βίντσι «Ο Άνθρωπος του Βιτρούβιου». Η επαναφορά των ανακαλύψεων των μαθηματικών αναλογιών του ανθρώπινου σώματος ήταν ένα από τα επιτεύγματα της ουσιώδους επιστημονικής έρευνας στην Αναγέννηση. Όμως, μετά την επικράτηση του υλιστικού θετικισμού, η Δύση σταμάτησε να παράγει Αγίους και Σοφούς.

Οι ρίζες της διαμάχης

Για να κατανοήσουμε γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη διαμάχη σχετικά με την επιστήμη πρέπει να ανατρέξουμε στην πορεία της τον 20ο αιώνα, και όχι μόνο.

«Οι σημερινοί επικριτές εντοπίζουν συχνά το πρόβλημα της σύγχρονης επιστημονικής κουλτούρας πίσω στους Καρτέσιο, Μπαίηκον και Νεύτωνα, και όχι στις μεταβολές του 19ου και του 20ου αιώνα. Οι πρόσφατοι επικριτές έχουν επίσης συνδέσει την επιστήμη με τον καπιταλισμό και την κρατική εξουσία...», λέει ο Andrew Jewett στο δοκίμιο του Science Under Fire (Πυρά κατά της Επιστήμης) που δημοσιεύθηκε από το Harvard University Press το 2020.

Όπως τονίζει ο συγγραφέας, καθώς βρισκόμαστε στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και εξαπλώνεται μια ισχυρή νέα ασθένεια - και ο πλανήτης «φλερτάρει» με την περιβαλλοντική καταστροφή - η έμφαση στην επιστήμη ως απειλή για τις ανθρώπινες αξίες παίρνει νέες μορφές.

Η επιστήμη δεν έχει μία και μοναδική προνομιακή πορεία προς τη γνώση, γιατί οι επιστημονικές θεωρίες υπόκεινται πάντα σε αλλαγές. Η σύγχρονη επιστήμη χρονολογείται από την Ευρώπη του 17ου αιώνα επειδή αναπτύχθηκε εκεί, την ώρα που η στρατιωτική και οικονομική δύναμη της Ευρώπης υπέτασσε τον υπόλοιπο κόσμο. Η σημερινή επιστημονική γνώση ενσωμάτωσε τις προκαταλήψεις των Ευρωπαίων, ελιτιστών αποικιοκρατών και εξυπηρέτησε τα συμφέροντά τους. Εάν η κοινωνία ήταν διαφορετικά οργανωμένη, η επιστημονική γνώση θα ήταν επίσης διαφορετική. Ο τρόπος διασφάλισης ικανοποιητικής προόδου εξαρτάται από το τι θεωρούμε ικανοποιητικό, μια ευρωκεντρική επιστήμη ή μια προσανατολισμένη στον Τρίτο Κόσμο, μια ελιτίστικη ή μια δημοκρατική.

Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, η Επιστήμη, αυτή η μεγάλη αφηρημένη ιδέα, απέκτησε τεράστια συμβολική σημασία, αφού συνδέθηκε με μια μεγάλη γκάμα πρακτικών εφαρμογών που έχουν αλλάξει βαθιά την καθημερινή μας ζωή - εφαρμογές που χαιρετίστηκαν ως ουσιαστικά και τυπικά «επιστημονικές». Η πιο προφανής από αυτές είναι η γενική επέκταση της τεχνολογίας, κάτι που πάντα παρήγαγε αμφιλεγόμενες αντιδράσεις και που τώρα προκαλεί αυξανόμενες ανησυχίες. Αλλά η ζωή μας έχει επίσης επηρεαστεί βαθιά από πολλές άλλες, πιο συγκεκριμένες πολιτικές, που έχουν την ίδια «επιστημονική» ετικέτα και ανάλογη σημασία.

Παραδείγματα βρίσκονται παντού. Υπάρχει, κατ’ αρχάς, ο βιομηχανικός Ταιηλορισμός, η πολιτική διαμόρφωσης της βιομηχανικής διαδικασίας έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται όλοι οι εργαζόμενοι, συστηματικά και βάσει αρχής, απλώς ως φυσικά συστατικά της διαδικασίας χωρίς καμία αναφορά στις δικές τους απόψεις επί του θέματος. Όπως το έθεσε ο ίδιος ο Χένρι Φορντ, οι εργαζόμενοι στην πραγματικότητα είναι απλώς εργαλεία.

Αυτό το πλάνο, το οποίο εκπονήθηκε θεωρητικά από τον Ταίηλορ και τους συναδέλφους του στις αρχές του 20ου αιώνα και υιοθετήθηκε για πρώτη φορά σε μεγάλη κλίμακα από τον Φορντ, προφανώς είχε τεράστια επίδραση, όχι μόνο στη ζωή των βιομηχανικών εργατών, αλλά και εμμέσως, στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν σήμερα την εργασία.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι η προσπάθεια αποπροσωποποίησης της ιατρικής –ιδιαίτερα της ψυχιατρικής– μειώνοντάς την σε μια φυσική επέμβαση στα σώματα, η οποία πρέπει να πραγματοποιείται χωρίς να δίνεται σημασία στις απόψεις των αμόρφωτων ασθενών ή των συγγενών τους… Μια άλλη, πάλι, είναι η μπιχαβιοριστική ψυχολογία (της συμπεριφοράς), η οποία υποστήριξε ρητά ότι η υποκειμενική γωνία στην ανθρώπινη εμπειρία θα μπορούσε πράγματι να αγνοηθεί επειδή δεν έχει καμία επίδραση στη συμπεριφορά.

Ένα ακόμη παράδειγμα είναι ο επιστημονικός σοσιαλισμός, ένα σύστημα σκέψης που ισχυρίστηκε επίσης ότι είναι επιστημονικό και χρησιμοποίησε αυτό τον ισχυρισμό ως άμυνα κατά των όποιων ηθικών και πολιτικών αντιρρήσεων.

Σκίτσο για τον εκφυλισμό των επιστημόνων σε ένα νέο ιερατείο μετά την αναγωγή του «Επιστημονισμού» στη νέα «απόλυτη αλήθεια». Η εσφαλμένη ταύτιση της δυτικής Επιστήμης με τον φανατικό θετικισμό οδήγησε στην σταδιακή εξάρτησή της από τα συμφέροντα των Ελίτ και στην ολοένα μεγαλύτερη δυσπιστία των ανθρώπων απέναντί της.

Αυτά δεν είναι μεμονωμένα παραδείγματα. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ο ισχυρισμός ότι είναι «επιστημονική» προτάχθηκε επανειλημμένα ως δικαιολογία για κάθε πολιτική άποψη για την οποία υπήρχαν προφανείς ηθικές αντιρρήσεις. Με το να αποκαλούν αυτές τις δυσάρεστες πολιτικές «επιστημονικές» και «σύγχρονες» τις προστάτευαν από κάθε κριτική, γιατί δεν χρειαζόταν καμμιά εξήγηση. Η προπαγάνδα αυτή ήταν μονομερής και αυταρχική, γι’ αυτό και οι δύο αυτοί προσδιορισμοί έχουν πλέον απαξιωθεί. Η αντίδραση εναντίον τους παρήγαγε πολύ εχθρότητα απέναντι στην επιστήμη. Κανείς, επομένως, δεν πρέπει να εκπλήσσεται που το κοινό τώρα έχει την τάση να θεωρεί ότι η «επιστήμη» υποστηρίζει ιδεολογίες όπως αυτές που μόλις αναφέρθηκαν, ούτε να απορεί εάν δεν αρέσει πάντα αυτό που βλέπει.

Η «επιστήμη» δεν μπορεί να φέρεται ως κατακτητής εισβολέας, μια κρατική ιδεολογία που μπορεί απλώς να παρακάμψει τα υπάρχοντα πρότυπα χωρίς καμμιά εξήγηση. Τα επιστημονικά ιδανικά πρέπει να ενταχθούν στο πλαίσιο των άλλων ανθρώπινων ιδανικών, όπως ακριβώς οι ίδιοι οι επιστήμονες πρέπει να εντάξουν το έργο τους στο πλαίσιο ολόκληρης της ζωής τους. Η σημασία αυτών των ιδανικών μέσα σε όλο αυτό το φάσμα πρέπει στη συνέχεια να εκτιμηθεί με νηφαλιότητα. Ουσιαστικά, είναι απαραίτητο να υπάρξει σοβαρή ηθική θεώρηση.

Η επιστήμη, συνολικά, είναι τόσο περιεχόμενο όσο και διαδικασία. Ως περιεχόμενο, είναι κανόνες και γλώσσες, η αξία των οποίων έγκειται μόνο στην ικανότητά τους να διευκολύνουν τους ανθρώπινους σκοπούς, κυρίως, της συγκροτημένης εξήγησης και του τεχνικού ελέγχου. Διαφορετικά πεδία και διαφορετικοί σκοποί απαιτούν διαφορετικούς χάρτες: εδώ χρειάζεται «συμπληρωματικότητα».

Ως διαδικασία, η επιστήμη χαρακτηρίζεται χαλαρά από μια αλληλεπίδραση της παρατήρησης και του πειραματισμού, της αφαίρεσης και της διαίσθησης, που διέπονται από κριτήρια συνοχής, κομψότητας και φειδούς, που οδηγούν σε ενδιαφέρουσες εικασίες, παραγωγική εξήγηση και επιτυχημένη πρόβλεψη.

Σήμερα υπάρχει μια μάλλον περίεργη κατάσταση στην οποία μια χούφτα επιστημόνων μιλούν εξ ονόματος της Επιστήμης συνολικά με απόλυτη οντολογική βεβαιότητα, ενώ μας αρνούνται την ικανοποίηση να ακούμε πραγματικούς «εργάτες» της επιστήμης να μιλούν για τα «ύποπτα» και αβάσιμα συμπεράσματα ορισμένων επιστημονικών εργαστηρίων και την τεράστια δυσκολία να κάνεις «καλή επιστήμη». Όμως, η τάση των «ενσωματωμένων» μέσων ενημέρωσης να προωθούν τους καθεστωτικούς επιστημονικούς ισχυρισμούς για την Επιστήμη ως μονολιθική οντότητα, πράγμα που ελαχιστοποιεί την πιθανότητα οποιασδήποτε ανταλλαγής απόψεων και θέσεων, εδραιώνεται όλο και περισσότερο.

Η «επιστήμη» σήμερα φέρεται ως κατακτητής εισβολέας που μπορεί να επιβάλει τα πάντα χωρίς να οφείλει καμμιά εξήγηση στην κοινωνία. Το βλέπουμε όλους αυτούς τους μήνες στις οθόνες μας μέσα από τις απειλητικές απεραντολογίες μιας χούφτας καθεστωτικών «ειδικών» του κορονοϊού, οι οποίοι προβάλλονται συνεχώς.

Η Μεγάλη Εξαπάτηση των Ελίτ

Όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα και αυτά που φοβόμαστε  ότι θα συμβούν θυμίζουν επιλεγμένα αποσπάσματα από τέσσερα πολύ γνωστά βιβλία πολιτικής επιστημονικής φαντασίας:

Το 1984 του Τζωρτζ Όργουελ, το Darkness at Noon (Σκοτάδι το Μεσημέρι) του Άρθουρ Καίσλερ, το Brave New World (Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος) του Άλντους Χάξλεϊ και το That Hideous Strength του Κ. Σ. Λιούις.

Το «ολοκληρωτικό» μυθιστόρημα είναι ένα σχετικά νέο είδος. Στην πραγματικότητα, η λέξη «ολοκληρωτικό» δεν υπήρχε πριν από τον 20ο αιώνα. Η παλαιότερη λέξη για τη χειρότερη δυνατή μορφή διακυβέρνησης είναι η «τυραννία» - μια λέξη που από τον Αριστοτέλη ορίζεται ως η εξουσία του ενός ατόμου, ή μιας μικρής ομάδας ανθρώπων, για τα δικά τους συμφέροντα και σύμφωνα με τη θέλησή τους. Ο ολοκληρωτισμός ήταν άγνωστος στον Αριστοτέλη, επειδή είναι μια μορφή διακυβέρνησης που κατέστη δυνατή μόνο μετά την εμφάνιση της σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας.

Στην αρχή της ιστορίας του για τον Περσικό πόλεμο, ο Ηρόδοτος αφηγείται ότι στην Περσία θεωρείτο παράνομο ακόμη και να σκεφθεί κάποιος κάτι που δεν επιτρέπεται να κάνει - με άλλα λόγια, ο νόμος επιδίωκε να ελέγξει τις σκέψεις των ανθρώπων. Ο Ηρόδοτος καθιστά σαφές ότι οι Πέρσες δεν μπόρεσαν να το καταφέρουν αυτό. Σήμερα είμαστε σε θέση να το πλησιάσουμε με την χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας. Στο 1984 του Όργουελ, υπάρχουν παντού τηλε-οθόνες, καθώς και κρυφές κάμερες και μικρόφωνα. Παρακολουθούν και ακούν σχεδόν ό,τι κάνουμε και λέμε. Αλγόριθμοι τρέχουν και λειτουργούν εφαρμογές προκειμένου να έχει κάθε άτομο μια κοινωνική βαθμολογία.

Ο πρωταγωνιστής του 1984 είναι κάποιος που ονομάζεται Ουίνστον Σμιθ. Εργάζεται για το κράτος και η δουλειά του είναι να ξαναγράφει την ιστορία. Κάθεται σε ένα τραπέζι με μια τηλε-οθόνη μπροστά του που παρακολουθεί ό,τι κάνει. Δουλειά του Σμιθ είναι να διορθώνει κάθε βιβλίο, περιοδικό, εφημερίδα που αποκαλύπτει ή αναφέρεται σ’ αυτό που ήταν κάποτε η αλήθεια, προκειμένου να την συμμορφώνει με την «νέα» αλήθεια.

Ένας άντρας, φυσικά, δεν μπορεί να το κάνει αυτό μόνος του, γι’ αυτό σε μια ταινία βασισμένη στο 1984 με πρωταγωνιστή τον Τζων Χαρτ (John Hurt) ως Ουίνστον Σμιθ, στο δωμάτιο όπου εργάζεται υπάρχουν άνθρωποι σε θαλαμίσκους όπως ο δικός του, όσο μπορεί να δει το μάτι. Θα πρέπει να υπήρχαν εκατομμύρια εργαζόμενοι που ασχολούντο με το να ξαναγράφουν συνεχώς το παρελθόν. Ένα από τα κύρια ερωτήματα που τέθηκαν από το βιβλίο είναι, γιατί να μπαίνουν στον κόπο για μια τέτοια διαδικασία; Γιατί την χρειαζόταν το καθεστώς;

Ως πρώτο ουσιαστικό βήμα της εκπαίδευσής του, ο Ουίνστον πρέπει να μάθει την διπλή σκέψη - έναν τρόπο σκέψης που αψηφά τον νόμο της αντίφασης. Στον Αριστοτέλη, ο νόμος της αντίφασης είναι η βάση όλων των συλλογισμών, το μέσο για να κατανοήσουμε τον κόσμο. Είναι ο νόμος που λέει ότι τα Χ και Υ δεν μπορούν να αληθεύουν ταυτόχρονα εάν αμοιβαία το ένα αποκλείει το άλλο. Για παράδειγμα, εάν ο Α είναι ψηλότερος από τον Β και ο Β ψηλότερος από τον Γ, ο Γ δεν μπορεί να είναι ψηλότερος από το A. Αυτό σημαίνει ο νόμος της αντίφασης.

Ο Αριστοτέλης ήταν ένας πανεπιστήμονας για την εποχή του, ο οποίος, αφού έθεσε γερά θεμέλια, έδωσε την ώθηση στην επιστημονική έρευνα να προχωρήσει. Η Αριστοτελική επιστήμη, όμως, δεν ήταν δόγμα αλλά μια ζωντανή συζήτηση ανοικτή στην γόνιμη αναζήτηση. Έτσι ακριβώς όπως πρέπει να είναι η Επιστήμη για να ωφελεί τον άνθρωπο.

Ο νόμος της αντίφασης σημαίνει επίσης ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν. Όσα μπορούμε να γνωρίζουμε για την αλήθεια βρίσκονται όλα στο παρελθόν, επειδή το παρόν είναι φευγαλέο και μπερδεμένο και το αύριο δεν έχει έρθει ακόμη. Το παρελθόν, από την άλλη πλευρά, έχει ολοκληρωθεί. Ο Αριστοτέλης και ο Θωμάς Ακινάτης φτάνουν να λένε ότι η αλλαγή του παρελθόντος - που κάνει αυτό που υπήρξε να μην έχει υπάρξει – δεν επιτρέπεται ούτε στον Θεό. Διότι αν κάτι συνέβη και, ταυτόχρονα, δεν συνέβη, δεν είναι δυνατή η ανθρώπινη κατανόηση. Και ο Θεός μας δημιούργησε με την ικανότητα της κατανόησης.

Ο Ρούντολφ Στάϊνερ, ο διακεκριμένος Ανθρωποσόφος φιλόσοφος των αρχών του 20ου αιώνα, είχε προβλέψει 100 χρόνια πριν ότι στους υλιστές γιατρούς θα ανατεθεί το έργο της αφαίρεσης και της ψυχής από την ανθρωπότητα…

Με το πρόσχημα μιας «υγιούς άποψης» θα γίνουν εμβόλια στα οποία το ανθρώπινο σώμα θα υποβάλλεται όσο το δυνατόν νωρίτερα, κατά τη γέννηση, ώστε ο άνθρωπος να μην μπορεί να αναπτύξει την ιδέα ότι έχει ψυχή και πνεύμα.

Όπως σήμερα οι άνθρωποι εμβολιάζονται κατά της μιας ή της άλλης ασθένειας, έτσι και στο μέλλον τα παιδιά θα εμβολιαστούν με μια ουσία που θα δημιουργηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι άνθρωποι, μέσω αυτού του εμβολίου, να αποκτήσουν ανοσία στην «ανοησία» της πνευματικής ζωής.

Ένα άτομο θα είναι εξαιρετικά υγιές και ευφυές, αλλά δεν θα έχει πνευματική συνείδηση (...) ο άνθρωπος θα γίνει ένα αυτόματο. Ο άνθρωπος θα γίνεται υλιστής στη σύσταση και δεν θα μπορεί πλέον να ανέλθει στο πνευματικό επίπεδο.

Ο φυσικός νόμος, με την υλιστική έννοια, σημαίνει μόνο αυτούς τους νόμους που ισχύουν για τον φυσικό (ορυκτό) κόσμο, δηλαδή οι νόμοι της φυσικής και της χημείας, και για την υλιστική θεωρία προέλευσης, ο Δαρβινισμός.

Η επικράτηση της μεγάλης μηχανιστικής εξαπάτησης έγινε δυνατή μετά την υιοθέτηση του Καρτεσιανού δυϊσμού του 17ου αιώνα, ο οποίος συνέλαβε την ιδέα του «ωρολογιακού σύμπαντος», που συγκρίνει το σύμπαν με ένα μηχανικό ρολόϊ. Στο έργο του Καρτέσιου ο Θεός παρουσιάζεται ως ο Μέγας Σχεδιαστής Μηχανισμών, ο Μέγας Ωρολογοποιός. Ο υλισμός επέκτεινε την ιδέα ότι το σύμπαν αποτελείτο από «μηχανές», σε φυσικές μηχανές που δεν έχουν πλέον Σχεδιαστή.

Ο επιστημονικός ρεαλισμός, ή αφελής εμπειρισμός, συνίσταται στην αντίληψη ότι το Σύμπαν είναι έτσι ακριβώς όπως το περιγράφουν οι επιστημονικές θέσεις και δηλώσεις. Οι ρεαλιστές πιστεύουν πως αντικείμενα και δομές όπως τα ηλεκτρόνια ή τα μαγνητικά πεδία πράγματι υπάρχουν όπως τα φανταζόμαστε. Ο ρεαλισμός είναι αφελής, υπό την έννοια ότι αποδέχεται τα επιστημονικά μοντέλα «τοις μετρητοίς»: αυτή είναι η φιλοσοφική στάση που οι περισσότεροι επιστήμονες ενστερνίζονται. Όμως, τα ηλεκτρόνια και τα μαγνητικά πεδία αποτελούν απλώς χρήσιμες ιδέες και αξιοποιήσιμα μοντέλα που μπορεί στην πραγματικότητα να αντιστοιχούν σε υπαρκτά φυσικά αντικείμενα ή δομές, αλλά μπορεί και όχι. Η εμπειρική παρατήρηση μπορεί μόνο να αποδείξει πως οι θεωρίες είναι λογικά συνεπείς και συμβατές με τα φαινόμενα, αλλά όχι να «αποκαλύψει» κάποια «αυθεντική» φυσική πραγματικότητα. 

Η Δύση έχει γυρίσει την πλάτη της στον Θεό… Όλα έγιναν ερωτήματα πάνω στα ερωτήματα! Όπως λέει ο Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Η δυτική επιστήμη είναι το ατσάλινο χτένι στα χέρια του Αντιχρίστου, ένα χτένι που ξύνει παλιές πληγές και ανοίγει καινούργιες…».

Στην μετα-κορονοϊό εποχή, η υλιστική αντίληψη έχει απογειωθεί και ο νόμος της αντίφασης έχει καταργηθεί από την στιγμή που ένας κυβερνήτης, ας πούμε, μπορεί ταυτόχρονα να θεωρεί ότι η πανδημία COVID καθιστά τον εκκλησιασμό πολύ επικίνδυνο, και γι’ αυτό τον απαγορεύει, και, ταυτόχρονα, δεν υπάρχει πρόβλημα με τις μαζικές διαδηλώσεις, τις οποίες επιτρέπει.

Αυτός είναι ο νόμος της αντίφασης, τον οποίο η τέχνη της «διπλής σκέψης» του Όργουελ αρνείται και παραβιάζει. Η «διπλή σκέψη» είναι εμφανής στο γεγονός ότι το υπουργείο στο οποίο βασανίζεται ο Ουίνστον ονομάζεται Υπουργείο Αγάπης. Είναι εμφανής στα τρία συνθήματα που εμφανίζονται στο Υπουργείο Αλήθειας του κράτους: «Ο πόλεμος είναι ειρήνη. Η ελευθερία είναι δουλεία. Η άγνοια είναι δύναμη». Και όπως είδαμε, το καθεστώς στο 1984 υπάρχει ακριβώς για την κατάργηση του παρελθόντος. Εάν το παρελθόν μπορεί να αλλάξει, οτιδήποτε μπορεί να αλλάξει – η ελίτ μπορεί να γίνει θεός στην θέση του Θεού.

Αυτό τον ανομολόγητο σκοπό των ελίτ υπηρετεί σήμερα η καθεστωτική επιστήμη και οι ερευνητές στα εργαστήρια υψίστης ασφαλείας. Επομένως, η δημόσια εικόνα της επιστήμης, ιδίως εκείνη που ενημερώνει την συντριπτική πλειοψηφία, είναι λανθασμένη ή παραπλανητική σχεδόν σε κάθε σημείο.

Όταν οι μεγάλες μάζες αντιληφθούν αυτή την εξαπάτηση, όταν καταλάβουν ότι οι ελίτ εργάζονται ενάντια τους, όπως οι Παριζιάνοι -στα τέλη του 18ου αιώνα πείσθηκαν ότι ο βασιλιάς δεν θα τους προστάτευε- τότε θα έχουμε τη νέα «Βαστίλλη» του 21ου αιώνα. Το μοντέλο της δυτικής επιστήμης δεν πείθει όλο και περισσότερους πλέον. Ίσως αυτή η στιγμή της έκρηξης να μην είναι μακριά.

 

Δημοσιεύθηκε στο Τρίτο Μάτι, τ.303 - Αύγουστος 2021

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου