Σελίδες

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

Ο Αγγλοσαξωνικός παράγοντας στη νεώτερη ιστορία της Ελλάδας - Η Αγγλική πολιτική από το 1821 έως σήμερα

Ο Αγγλοσαξωνικός παράγοντας στη νεώτερη ιστορία της Ελλάδας


Η Αγγλική πολιτική από το 1821 έως σήμερα

 

Απόστασε το χέρι μου από το να μουντζώνω

και σάλιο δεν μου έμεινε από το φτύσε φτύσε,

αλλ’ έως τώρα τίποτε μ’ αυτά δεν κατορθώνω,

και συ, Ευρώπη, μας γελάς και πάντα ίδια είσαι.

(Γεώργιος Σουρής, Στην Ευρώπη)

 

Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη

 

Η υπογραφή της Ελληνο-Αμερικανικής συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις ουσιαστικά ανανεώνει την πολύχρονη εξάρτησή μας από τον αμερικανικό παράγοντα, που διαδέχτηκε την αγγλική «προστασία» μετά τον Εμφύλιο. Όμως, η μελέτη της ιστορίας προκαλεί πολλά ερωτήματα για το αν και πόσο μας ωφέλησε η πρόσδεσή μας στο αγγλοσαξωνικό μπλοκ για τόσες δεκαετίες. Οι Αμερικανοί με τις βάσεις τους ήταν εδώ και το ’74, όταν χάθηκε η μισή Κύπρος, και το ’87, και το ’96 με τα Ίμια κι εδώ και χρόνια που η Τουρκία αλωνίζει στις ελληνικές θάλασσες. Δεν μας βοήθησαν σε τίποτα.

Είναι γεγονός ότι το μεγάλο προτέρημα της Αγγλίας που την έκανε μεγάλη δύναμη, εκτός από την βιομηχανική επανάσταση, ήταν η γεωγραφική της θέση. Βρίσκεται μέσα στην Ευρώπη και «δεν είναι μέσα στην Ευρώπη». Αυτό το νησί η θάλασσα, που το περικλείει γύρω-γύρω, το έκανε μοιραία ναυτική δύναμη… Από αυτό ξεκίνησε και δημιούργησε τις αποικίες που της έδωσαν πλούτο και διπλωματική ισχύ στα παγκόσμια πράγματα. Η θάλασσα είναι αυτή που ένωσε Έλληνες και Άγγλους στη νεώτερη ιστορία, μετά τον 18ο αιώνα. Αν υπάρχει άλλος λαός, εκτός από τον ελληνικό, για τον οποίον οι έννοιες «θάλαττα-θάλαττα» και «τα ξύλινα τείχη» να έχουν τόσο ύψιστη σημασία, αυτός είναι ο αγγλικός λαός.

Όμως, αν δούμε την πραγματική ιστορία, θα καταλάβουμε ότι τα συμφέροντα των Άγγλων ποτέ δεν συνέπιπταν με τα δικά μας συμφέροντα μετά το 1821, που ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση. Απλώς το φιλοαγγλικό κατεστημένο φρόντιζε πάντα να συγκαλύπτει αυτή την αλήθεια για πολλούς λόγους και, κυρίως, για να μην κατέβει ποτέ η Ρωσία στο Αιγαίο και την Μεσόγειο.

Η δυσεύρετος σήμερα μελέτη του Γιάννη Κουχτσόγλου «Η Πραγματική Αγγλία», που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1956, αποκαλύπτει πολλές λεπτομέρειες για την ιστορική θέση της Αγγλίας και τον ανάλγητο αγγλικό ιμπεριαλισμό. Περιλαμβάνει, επίσης, σημαντικές αναφορές για τον χαρακτήρα της αγγλικής ελίτ και την αρνητική στάση της Αγγλίας έναντι της Ελλάδας.

Οι βαριές ευθύνες της Μεγ. Βρετανίας για την κατάσταση στην Κύπρο, όπου μόλις είχε ξεσπάσει ο ενωτικός αγώνας, και η βάρβαρος τακτική απέναντι των Ελληνοκυπρίων μια δεκαετία μετά το αιματοκύλισμα της Αθήνας, τον Δεκέμβρη του ’44, άνοιξε τα μάτια των Ελλήνων για την πραγματική φύση της αγγλικής πολιτικής, λέει ο Γ. Κουχτσόγλου στον πρόλογο του βιβλίου του (Γ. Κουχτσόγλου, «Η Πραγματική Αγγλία», Ελληνική Εκδοτική Εταιρεία, Αθήνα 1956): «…απεκάλυψαν αρκούντως προ των ομμάτων μας, ότι η Αγγλία, αυτή η περίφημος ‘’Μήτηρ των Κοινοβουλίων’’ και κοιτίς των ανθρωπίνων ελευθεριών, μόνον την βίαν, το συμφέρον και την αλαζονείαν έχει ως γνώμονας κατευθυντηρίους», τονίζει ο συγγραφέας.

Η ιστορία μάς διδάσκει με απόλυτο τρόπο ότι η Αγγλία υπήρξε πάντα αδηφάγος προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των εκάστοτε ισχυρών. Δεν είναι υπερβολικός ο τρόπος που αποφαίνεται η τότε ακαδημαϊκή Ελλάς, δια του στόματος του καθηγητή της Ιστορίας (1955) Απ. Β. Δασκαλάκη: «Η αγγλική πολιτική υπήρξε πάντοτε ιδιοτελής, απάνθρωπος, θηριώδης, πολύ κάτω της λέξης ‘’βάρβαρος’’ εις τας σχέσεις της με άλλα κράτη, ακόμη δε περισσότερον εις την διακυβέρνησιν, ακριβέστερον εις την καταδυναστευτικήν εξουσίασιν άλλων λαών».

Ένας άλλος κορυφαίος Έλληνας, ο συγγραφέας Βλάσης Γαβριηλίδης, αναμορφωτής της ελληνικής δημοσιογραφίας, έγραφε το 1917: «Ολόκληρος η εξωτερική πολιτική των Άγγλων δεν είναι άλλο παρά μια ατέλειωτη σειρά εμπορικών συμβολαίων επωφελών δι’ αυτούς. Αι αποικίαι της χρησιμεύουν ως ανταποκριταί και υποκαταστήματα του μεγάλου εμπορικού της» (Βλ. Γαβριηλίδης, «Δύο Πολιτισμοί»).

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μέγας Ναπολέων χαρακτήριζε τους Άγγλους «έθνος του εμποράκου»… Ο δε Μέγας Φρειδερίκος της Πρωσσίας δεν ήταν υπερβολικός όταν έλεγε: «Οι Άγγλοι δεν αποβλέπουν σε τίποτε άλλο, παρά εις το εμπορικόν τους συμφέρον, θεωρούντες τους εκάστοτε συμμάχους τους ως μισθοφόρους».

Για τον ναρκισσισμό, την αλαζονεία και την περιφρόνηση των Άγγλων προς τους άλλους λαούς της Ευρώπης είχε μιλήσει και ένας άλλος ημέτερος, ο πολυγραφότατος Νίκος Τσιφόρος, στο βιβλίο του «Ιστορία της Αγγλίας»: «Πρώτα-πρώτα, ο Άγγλος είναι υπερφίαλος… ψωροπερήφανος, επειδή ανήκει σ’ ένα έθνος που το θεωρεί μόνος του ανώτερο από τ’ άλλα».

Ο Βρετανός στρατιωτικός και διπλωμάτης Λόρδος Έλγιν (1766-1841), ως πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, λεηλάτησε τα γλυπτά του Παρθενώνα. Η ενέργειά του επικρίθηκε από Ευρωπαίους πνευματικούς ανθρώπους, όπως ο Λόρδος Βύρων στα ποιήματά του.

Διαχρονικά το Βρετανικό Μουσείο φιλοξενεί τα κλεμμένα γλυπτά του Παρθενώνα. Στον πίνακα αυτόν του Άρτσιμπαλντ Άρτσερ απεικονίζεται η προσωρινή αίθουσα όπου είχαν στοιβαχτεί τα «Ελγίνεια» το 1819, με τα άτομα του προσωπικού και τους επισκέπτες.


Η αγγλική πολιτική έναντι των Ελλήνων

Προ της Ελληνικής Επανάστασης, το 1821, ουδέποτε ουσιαστικώς η Αγγλία ενδιαφέρθηκε για τα συμφέροντα των ορθοδόξων υποδούλων Ελλήνων, σε αντίθεση με την Ρωσία, η οποία μέσα από τους διαρκείς ρωσοτουρκικούς πολέμους είχε επιβάλει συνθήκες υπέρ των συμφερόντων των Ρωμιών. Η Αγγλικανική Εκκλησία, μάλιστα, μεθόδευσε επανειλημμένα την αποδυνάμωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο θεωρούσε όργανο των ρωσικών συμφερόντων.

Όπως λέει ο Γ. Κουχτσόγλου: «Δια του ψευδούς ενδιαφέροντός της έναντι των ορθοδόξων υποδούλων Ελλήνων κατά τον 18ο αιώνα, η Αγγλία απέβλεπε να κυριαρχήσει επ’ αυτών πολιτικώς. Απογοητευμένοι, όμως, εκ της εμμόνου και συνεπούς τακτικής του Πατριαρχείου, ακολουθούντος πιστώς την παράδοσιν της Ορθοδοξίας, οι εν Κωνσταντινουπόλει Άγγλοι πρεσβευταί του Γεωργίου Β’ εσυκοφάντουν τους Έλληνας δι’ εκθέσεων προς τον Βασιλέα των ως ‘’φυλήν παρηκμασμένην’’, ‘’ηθικώς εκπεσούσαν’’, ‘’στερουμένην εθνικής συνειδήσεως’’. Ουδέ του Πατριάρχου εφείδοντο εις ευτελείς χαρακτηρισμούς» (Γ. Κουχτσόγλου, σ.318).

Οι Άγγλοι, τον 18ο αιώνα, ήθελαν να κατοχυρώσουν την αποικιοκρατική τους πολιτική και τα οικονομικά τους συμφέροντα στις Οθωμανικές περιφέρειες προσβλέποντας σε οφέλη από την ήδη εξασθενημένη Αυτοκρατορία. Τους Έλληνες με το εμπορικό δαιμόνιό τους τούς έβλεπαν ανταγωνιστικά και τους αποκαλούσαν «μίσθαρνα όργανα του τσάρου», όπως προκύπτει κι από τα δημοσιεύματα περιηγητών της εποχής.

Ποιος δεν θυμάται το γνωστό παραδοσιακό τραγούδι: «…τους Παργιανούς τους πούλησαν σα γίδια σα γελάδια…» για την άθλια συμπεριφορά του περιβόητου Ύπατου Αρμοστή των Εγγλέζων στην Επτάνησο, κόμη Τόμας Μαίτλαντ, απέναντι στους Έλληνες της Πάργας.

Στον προεπαναστατικό 18ο αιώνα, όταν η «φωτισμένη» Δύση ανακάλυψε τις ελληνικές αρχαιότητες, ο Βρετανός στρατιωτικός και διπλωμάτης Λόρδος Έλγιν (1766-1841), ως πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, λεηλάτησε τα γλυπτά του Παρθενώνα και τα μετέφερε στο Λονδίνο. Ερμηνεύοντας, το 1815, την ελληνική συνείδηση της εποχής, ο Γιαννιώτης λόγιος Αθανάσιος Ψαλίδας έγραψε: «Εσείς οι Άγγλοι μας παίρνετε τα έργα των προγόνων μας· φυλάξτε τα καλά. Εμείς οι Έλληνες θα ‘ρθουμε μια μέρα να σας τα ξαναπάρουμε»…

Η ενέργεια του Έλγιν επικρίθηκε έντονα και από Ευρωπαίους πνευματικούς ανθρώπους, όπως ο Μπάϋρον και ο Σατωμπριάν.

Ο Λόρδος Βύρων στο πολύστιχο ποίημά του «Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ» κάνει πικρές σκέψεις για την λεηλασία των μνημείων από τον Έλγιν. Λέει χαρακτηριστικά στο δεύτερο Άσμα XV, του έργου του:

«Τα κάστρα σου γυμνά, συντρίμμια συλημένα τα ιερά σου

Σε χέρια Βρετανών, που θ’ άρμοζε καλύτερα να στέρξουν

Λείψανα σαν αυτά που ανεπανόρθωτα χάθηκαν.

Κατάρα στη στιγμή που απ’ το νησί τους ξεχυθήκαν

Τον άμοιρο τον κόρφο σου ξανά για να κουρσέψουν

Και τους θεούς σου ευάλωτους στη φρίκη του Βορρά να ταξιδέψουν».

Μετά την ήττα του Ναπολέοντα, κατά την περίοδο της Ιεράς Συμμαχίας, η βρετανική πολιτική είχε συνταχθεί αναφανδόν με τις αντιδραστικές θέσεις των Ευρωπαϊκών Αυλών για το ελληνικό ζήτημα, παρά την διπλοπροσωπία που κράτησε στην συνέχεια.

Ενώ στην αρχή δεν επίστευαν οι Άγγλοι στις δυνατότητες του ελληνικού επαναστατικού κινήματος και στήριξαν την γραμμή του Μέττερνιχ περί της «τουρκικής ακεραιότητας», όταν άρχισαν οι στρατιωτικές επιτυχίες των Ελλήνων καπεταναίων, βαθμιαία έγινε και η ευνοϊκή στροφή της Αγγλίας προς τον ελληνικό αγώνα.

Ο λόγος ένας και μοναδικός, κι από τότε διαχρονικός μέχρι σήμερα που τον Αγγλοσαξονικό κόσμο εκπροσωπούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι διακρατικές συμφωνίες τους με το ελληνικό κράτος. Να μην ενισχυθούν οι Ελληνορωσικοί δεσμοί και η ρωσική επιρροή στο Αιγαίο και την Μεσόγειο αλλά, αντιθέτως, εάν η Ελλάς κατάφερνε να γίνει κράτος, να αποτελεί «βάση αντιπερισπασμού» κατά των ρωσικών επιδιώξεων και «γέφυρα» πίεσης της Αγγλίας κατά της Τουρκίας. Τον διαχρονικό αυτόν στόχο εξυπηρετεί και σήμερα η ένταξή μας στο ΝΑΤΟ

Ο μόνιμος στόχος του Foreign Office ήταν αφενός να παρεμποδίσει την δημιουργία ελεύθερου Ελληνικού κράτους και τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και εν ανάγκη να αυτονομηθεί μόνον η Πελοπόννησος για να ενσωματωθεί στις «Ηνωμένες Επαρχίες του Ιονίου» υπό Βρετανική κυριαρχία. Επίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο θα ξεγελούσαν τους Έλληνες τάζοντάς τους «ανάπηρη ελευθερίαν», όπως λέει κι ο ποιητής Μιχάλης Κατσαρός.

«Η στάσις εκείνη των Άγγλων υπήρξε αφαντάστως καταστρεπτική δια τον απελευθερωτικόν αγώνα της Ελλάδος», λέει ο Κουχτσόγλου («Η Πραγματική Αγγλία», σ.323). Αυτή η ανθελληνική στάση των Άγγλων ήταν η βασική αιτία που η Επανάσταση μέχρι του τέλους του Αγώνα δεν μπορούσε να σταθεροποιηθεί εις την Δυτική Στερεά και Πελοπόννησο διότι ο τουρκικός στόλος κατέφευγε εις τα βρετανικά καταφύγια των Ιονίων, όπου τους υποδέχονταν με χαιρετιστήριες βολές, ενώ τα ελληνικά πλοία εβάλλονταν αγρίως από τα παράκτια αγγλικά πυροβόλα των νησιών.

Ο εφοδιασμός των τούρκικων φρουρίων της Δυτικής Ελλάδας γινόταν με πλοία που έφεραν την αγγλική σημαία. Γι’ αυτό το πρώτο επίσημο διπλωματικό διάβημα της επαναστατημένης Ελλάδας έγινε εναντίον του Άγγλου πρόξενου Πατρών γιατί βοηθούσε σκανδαλωδώς τους Τούρκους.

Όμως, το ένα μετά το άλλο τα συνωμοτικά σχέδια της «πονηράς Αλβιώνος» ματαιώνονταν από την ορμητική διάθεση των Ελλήνων για τη νίκη, οι οποίοι ξεπέρναγαν κάθε ανυπέρβλητο εμπόδιο που τους έβαζαν στον δρόμο για την Ανεξαρτησία. Έτσι επεδίωξαν οι Άγγλοι, συσπειρώνοντας τους Αγγλόφιλους κοτζαμπάσηδες, συντηρητικούς νοικοκυραίους και καραβοκύρηδες, να δημιουργήσουν «Αγγλική» παράταξη με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Με το που δημιουργήθηκε το κόμμα των «Αγγλοφίλων», η ηττοπάθεια, η διάσπασις, ο διχασμός και ο εμφύλιος άρχισαν να διαβρώνουν το στρατόπεδο των Επαναστατημένων Ελλήνων, με αποτέλεσμα όλα τα γνωστά γεγονότα που έθεσαν σε κίνδυνο την ίδια την Επανάσταση.

Σατιρικό σκίτσο για τον έλεγχο της Ελλάδας μέσω των αγγλικών δανείων. Οι επαναστατημένοι Έλληνες πήραν δύο δάνεια συνολικού ύψους 2.800.000 λιρών Αγγλίας. Από αυτά έφθασαν στα χέρια τους πολύ πιο λίγα από τα μισά. Η διαφορά κρατήθηκε από τους Άγγλους δανειστές. Ό,τι έφθασε στην Ελλάδα από το πρώτο δάνειο, κατασπαταλήθηκε για την εξαγορά των Ρουμελιωτών προκειμένου να εξοντώσουν τους φιλορώσους καπεταναίους του Μωριά στον εμφύλιο που ακολούθησε.

Ο μόνος που κατάλαβε την παγίδα και ήταν αντίθετος στα αγγλικά δάνεια ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Γι’ αυτό το Λονδίνο ζητούσε «εδώ και τώρα» να τον κρεμάσουν και άρχισε ο κατατρεγμός και η φυλάκιση του Γέρου του Μωριά και, αργότερα, όλων όσων πρόσκειντο στον Καποδίστρια.


Ναυαρίνο: το αφήγημα της αποικιοκρατίας

Και ερχόμαστε στην Ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 20 Οκτωβρίου 1827, ένα γεγονός αμφισβήτητα κομβικό για την έκβαση του Αγώνα, το οποίο το καθεστωτικό «φιλοδυτικό» ιστορικό αφήγημα προσπάθησε να καθιερώσει ως την γενεσιουργό αιτίαν της ύπαρξης της νεώτερης Ελλάδος. Ουδέν, όμως, αναληθέστερον. Γιατί;

Πρώτον, η προέλαση του Ιμπραήμ είχε ήδη ανακοπεί μετά την αντεπίθεση των δυνάμεων του Κολοκοτρώνη με το σύνθημα «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους». Ο Ιμπραήμ είχε αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να καταλάβει τον Μωριά και εσύρετο σε εξευτελιστική ήττα με τις δυνάμεις του αποδεκατισμένες.

Το φρόνημα του λαού είχε ήδη αναπτερωθεί και η αντίσταση στα παγιδευμένα στην νοτιοδυτική Πελοπόννησο στρατεύματα του Ιμπραήμ ήταν λυσσαλέα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της επιτυχούς αντιμετώπισης του Ιμπραήμ στην προσπάθειά του να καθυποτάξει την Μάνη το 1826.

Άοπλες, σχεδόν, γυναίκες Μανιάτισσες με δρεπάνια και τσουγκράνες, πέτρες και ξύλα κυνήγησαν τους εχθρούς και τους έρριξαν στην θάλασσα, Ο όρμος του Δυρού κοκκίνησε από το αίμα των εισβολέων και από τους 4.500 άντρες του Ιμπραήμ επέστρεψαν ζωντανοί μόνο 2.000. Η μάχη αυτή παραμένει σχεδόν άγνωστη ενώ το Ναυαρίνο υπερτονίζεται για να δομηθεί η ψευδο-ιδεολογία της αποικιοκρατίας και της υποταγής της νεώτερης Ελλάδας στους δυτικούς «συμμάχους» μας. Η ψευδο-ιστορία του «Ναυαρίνου» στηρίχτηκε στο ψέμα ότι συντρίφτηκε η Επανάσταση από τους Τουρκο-Αιγύπτιους και τον επηρμένο Σερασκέρη τους. Όμως, το αδάμαστο φρόνημα των Ελλήνων δεν κάμφθηκε ποτέ και οι Έλληνες ελευθερώθηκαν γιατί ΑΝΤΕΞΑΝ, όπως έχει παραδεχθεί και ο γνωστός Βρετανός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ. Το Ναύπλιο, η πρωτεύουσα του κράτους, δεν απειλήθηκε ποτέ και ο Ιμπραήμ ηττήθηκε στους Μύλους από τον Υψηλάντη.

Δεύτερον, οι πραγματικές προθέσεις των Άγγλων στο Ναυαρίνο διαφαίνονται από το γεγονός ότι ο Άγγλος ναύαρχος Κόδριγκτων μετά το Ναυαρίνο παρεπέμφθη στο πειθαρχικό συμβούλιο και απετάχθη, τα δε πληρώματα των αγγλικών πλοίων που έλαβαν μέρος στη ναυμαχία στερήθηκαν το καθιερωμένο επιμίσθιο, το οποίο έδινε το αγγλικό ναυτικό για κάθε νίκη. Ο Άγγλος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη έσπευσε να ζητήσει συγγνώμη από την Υψηλή Πύλη για τα «θλιβερά επεισόδια», όπως τα χαρακτήρισε ο Δούκας του Ουέλλιγκτων, ή το «λυπηρό γεγονός», κατά τον Βασιλέα Γεώργιο Δ’. Η επίσημη θέση της Αγγλίας ήταν ότι ο Κόδριγκτων «υπερέβη τα καθήκοντά του» (Κουχτσόγλου, ο.π., σ.327).

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα γεγονότα πρέπει να δούμε τις περιρρέουσες  γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής.

Οι Άγγλοι με την περίφημη Συνθήκη της Ουτρέχτης, του 1713, έγιναν η πρώτη ευρωπαϊκή δύναμη και μπήκαν για τα καλά στην Μεσόγειο. Μετά το 1780, όταν κατάλαβαν ότι έχασαν την Αμερική και την αγορά της, στράφηκαν προς την Ινδία.

Πάνω που η Αγγλία είχε εξασφαλίσει την αγορά των Ινδιών, ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση, από την οποίαν βγήκε ο Ναπολέων για να πάει στην Αίγυπτο να κλείσει τον δρόμο των Ινδιών, που ήτανε η πηγή του αγγλικού πλούτου. Αφού καθάρισαν με τον Ναπολέοντα, οι Άγγλοι δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να χάσουν τον έλεγχο της Αιγύπτου, στον βαθμό που η Αίγυπτος ήταν ήδη εξαρτημένη απ’ αυτούς. Αν οι Αιγύπτιοι καταλάμβαναν την Κρήτη και την Πελοπόννησο, θα γινόταν η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο, γι’ αυτό ο στόχος τους ήταν ο Μωχάμετ Άλη Πασάς της Αιγύπτου και ο γιος του ο Ιμπραήμ και όχι ο Σουλτάνος της Κωνσταντινουπόλεως. Γιατί η αδυνατισμένη ήδη Οθωμανική Αυτοκρατορία έμπαινε ανάμεσα στην Ρωσία και τις αγγλικές Ινδίες. Αν έπεφτε η Τουρκία, ποιος θα κρατούσε μετά την Ρωσία να μην φτάσει μέχρι τις Ινδίες; Και έτσι οι Άγγλοι είχαν κάθε συμφέρον να στηρίξουν την Τουρκία… αλλά όχι την Αίγυπτο.

Αλλά και μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, ο Σουλτάνος δεν επείσθη να δεχθεί την ελληνική ανεξαρτησία. Χρειάστηκε να γίνει ο νέος Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1828-1829) βασική αιτία για τον οποίο ήταν η συμμετοχή της Ρωσίας στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και το κλείσιμο των Δαρδανελίων για τα ρωσικά πλοία από τον Σουλτάνο. Τότε ήταν που εξεμάνη ο Τσάρος Νικόλαος Α’, ο οποίος, πιο ώριμος να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις ανατολικές βλέψεις της Αγγλίας από τον προκάτοχό του και να συμβάλλει στην αίσια κατάληξη της Ελληνικής Επανάστασης, εισέβαλε ο ίδιος, επικεφαλής 100.000 ανδρών, στα Οθωμανικά εδάφη.

Όταν οι Ρώσοι έφθασαν στην Αδριανούπολη, ο Σουλτάνος εξαναγκάσθηκε και υπέγραψε την ελευθερία της Ελλάδας. Η εξουσιοδότηση του Σουλτάνου Μαχμούτ δόθηκε με επίσημη ανακοίνωση της Πύλης πριν 192 χρόνια, στις 28 Αυγούστου 1829. Έτσι, με την προέλαση των Ρώσων και την υπογραφή της Συνθήκης της Αδριανουπόλεως (19 Σεπτεμβρίου 1829), οριστικοποιήθηκε η ελληνική ανεξαρτησία. Από αυτό το ιστορικό γεγονός άρχισε η πορεία της κρατικής συγκρότησής μας και η αντίστοιχη πορεία της διάλυσης της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Χρειάστηκε να φθάσουν τα ρωσικά στρατεύματα σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από την Κωνσταντινούπολη -ενώ ο αγγλικός στόλος θορυβημένος έπλεε προς τα Δαρδανέλια σε βοήθεια του Σουλτάνου- για να παραιτηθεί η Τουρκία από τα κυριαρχικά της δικαιώματα πάνω στην Ελλάδα και να υπογραφεί το «Πρωτόκολλο του Λονδίνου» τον Φεβρουάριο του 1830. Με αυτό η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος και όχι υποτελές μόρφωμα στους Οθωμανούς, όπως επεδίωκαν οι Άγγλοι. Οι οδηγίες της αγγλικής διπλωματίας προς τον πρεσβευτή τους στην Πόλη μιλούσαν για «περιορισμένη πολιτική οντότητα» για τους Έλληνες, μέσα σ’ ένα «φοροτελές κράτος» που τα όρια του δεν πρέπει να εξέλθουν της Πελοποννήσου.

Με την υιοθέτηση εκ μέρους του Όθωνα της Μεγάλης Ιδέας ενοχλήθηκε η Αγγλία και άρχισε να εντείνει τις πιέσεις της μέσω του ζητήματος των δανείων.

Οι αγγλικές ραδιουργίες και η Μεγάλη Ιδέα

Ένα άλλο κίνητρο των Άγγλων για την «φιλελληνική» των στροφή ήταν αυτό των δανείων. Οι ηγέτες των Αγγλοφίλων στον επαναστατημένο Μωριά, προσβλέποντας και στα ιδιοτελή τους συμφέροντα, κατάλαβαν ότι οι Άγγλοι κερδοσκόποι θα ενδιαφέρονταν για την Ελληνική Επανάσταση εφ’ όσον τα χρήματά των θα βρίσκονταν στην Ελλάδα. Ο Μαυροκορδάτος, που είχε την ευθύνη της εξωτερικής πολιτικής, έστειλε στο Λονδίνο την εμπορική επιτροπή προκειμένου να συνάψει το δάνειον ανεξαρτήτως όρων. Κατά το 1825, οι «πωλούντες τοις μετρητοίς» τον φιλελληνισμό τους Άγγλοι «φιλέλληνες» ζήτησαν να λάβουν υπό την πραγματική κατοχή τους τις εθνικές γαίες. Ο λόγος δεν ήταν οι τόκοι αλλά «να εμφανισθούν ως ιδιοκτήται των εν περιπτώσει επικρατήσεως του Ιμπραήμ», όπως λέει ο Κουχτσόγλου.

Γνωρίζοντας την κακουργίαν της αγγλικής πολιτικής, ο Καποδίστριας έκρινε καλό να περάσει πρώτα από το Λονδίνο μήπως και μπορέσει να βρει έδαφος συνεργασίας με το Φόρεϊν Όφις.

Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: αφού ο πρώτος Κυβερνήτης πάλεψε με νύχια και με δόντια απέναντι στις αγγλικές μηχανορραφίες στο Ναύπλιο, στο τέλος έπεσε θύμα των δολοφονικών τους σχεδίων.

Μετά, ήλθε η σειρά του Όθωνα, επί της Αντιβασιλείας, όταν ο περίφημος Άρμασμπεργκ λειτουργούσε υπό τις διαταγές του Βρετανού πρέσβη Έντμουντ Λάϊονς. Οι εντολές της θαλασσοκράτειρας ήταν σαφείς: να εξοντωθούν όλοι όσοι πρόσκεινται στους παλιούς καπεταναίους και την φιλορωσική παράδοση. Με την ενηλικίωση του Όθωνα και την υιοθέτηση εκ μέρους του της Μεγάλης Ιδέας, άρχισε να ενοχλείται η Αγγλία και να εντείνει τις πιέσεις της μέσω του ζητήματος των δανείων. Το καλοκαίρι του 1849, οι πιέσεις της Αγγλίας εντάθηκαν με τον αποκλεισμό του Πειραιά από τον αγγλικό στόλο. Η άρση του αποκλεισμού έγινε χάρη στην μεσολάβηση της Γαλλίας και της Ρωσίας. Γρήγορα, όμως, ο κριμαϊκός πόλεμος, που ξέσπασε τον Οκτώβριο του 1853, και ο ξεσηκωμός των Ελλήνων στα τουρκοκρατούμενα εδάφη της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, συν το ότι εθελοντικά ελληνικά σώματα έσπευσαν στο πλευρό της Ρωσίας, προκάλεσε νέες εντάσεις με την Μεγάλη Βρετανία.

Ανάλογα ανθελληνική ήταν και η αντίδραση της Αγγλίας, όταν η Κρήτη αγωνιζόταν για να ενωθεί με την Ελλάδα.

Η πρώτη κρητική επανάσταση κατεστάλη δια πυρός και σιδήρου με την βοήθεια της Μεγάλης Βρετανίας ενώ το 1866, όταν οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις ήταν έτοιμες να δεχθούν την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, η Αγγλία είπε και πάλι «όχι». Ο Άγγλος ναύαρχος Χόμπαρτ -ο μετέπειτα Χόμπαρτ πασάς- ηγήθηκε της ενεργού καταστολής των επαναστατημένων Κρητών. Εξίσου αντιδραστική υπήρξε η στάση της βρετανικής πολιτικής ως προς την εκχώρηση της Θεσσαλίας και της Ηπείρου εις την Ελλάδα, όταν ετέθη το ζήτημα εις το Συνέδριο του Βερολίνου, το 1878. Το σημαντικότερο έργο του συνεδρίου ήταν ο περιορισμός των συνόρων της Βουλγαρίας, παρ’ όλα αυτά, όμως, οι Άγγλοι εξακολούθησαν να προσπαθούν να κερδίσουν τους Βούλγαρους ως συμμάχους μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ανθελληνική προπαγάνδα των Βουλγάρων οργίαζε με την υποκίνηση των Άγγλων.

«Ο αγγλικός τύπος, επίσης, κατεφέρετο δριμύτατα κατά των Ελλήνων μακεδονομάχων και υπερημύνετο των κομιτατζήδων, δημιουργών οξύτατον διεθνές ζήτημα, προς άμεσον βλάβην των ελληνικών συμφερόντων» (Γ. Κουχτσόγλου, σ.336).

Μετά το Συνέδριο του Βερολίνου και την Συνθήκη που υπεγράφη, η Βρετανία απαίτησε και πήρε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία την Κύπρο ως προτεκτοράτο.

Στις 12 Ιουλίου 1878, οι Βρετανοί ανέλαβαν την διοίκηση του νησιού, στις 15 Ιουλίου υψώθηκε η βρετανική σημαία στην Λάρνακα και στις 20 Ιουλίου στην Αμμόχωστο. Το Φόρεϊν Όφις παραδέχθηκε επισήμως ότι η κατοχή της Κύπρου δεν αφορούσε την Μεσόγειο… αλλά τις Ινδίες. Οι Βρετανοί είχαν έναν σκοπό για την Κύπρο: να τους βοηθήσει στρατιωτικά να κρατήσουν ανοιχτό τον δρόμο προς τις Ινδίες.

Έκτοτε, περισσότερο από έναν αιώνα, οι βρετανικές μηχανορραφίες συνεχίζονται με κάθε τρόπο και σε κάθε εποχή εις βάρος της ελληνικότητας της Κύπρου και των Ελλήνων κατοίκων της. Από την εποχή των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου και της «πράσινης γραμμής» την δεκαετία του 1960 μέχρι τις σημερινές μορφές «λύσης», όπως το βρετανικής εμπνεύσεως Σχέδιο Ανάν, που ουσιαστικά κατοχυρώνουν την διχοτόμηση της ελληνικής μεγαλονήσου. Οι Βρετανοί έρχονται και ξανάρχονται στα λιμνάζοντα νερά τους «Κυπριακού» ζητήματος, «Αδιόρθωτοι και αμετανόητοι. Αυτόκλητοι και αυτοχριζόμενοι μεσολαβητές», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Γιαννάκης Ομήρου, πρώην Πρόεδρος Βουλής των Αντιπροσώπων της Κύπρου (Σημερινή, 17 Μαρτίου 2021).

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1940, όταν το νησί βρισκόταν ακόμα υπό αγγλική κατοχή, η Κύπρος βρέθηκε στην μέγγενη των αγγλοαμερικανικών δολοπλοκιών, στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου. Πέρα από τις καθαρά εχθρικές ενέργειες της Μεγάλης Βρετανίας απέναντι στον Ελληνοκυπριακό λαό κατά την διάρκεια του Αγώνα για την Ένωση, πίσω από όλες τις ενέργειες για τον διαμελισμό της Κύπρου κρύβονται οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες και οι βρετανικές βάσεις. Το υπουργείο Εξωτερικών της Αγγλίας είχε ετοιμάσει χάρτη σχεδίου διχοτόμησης, με τρεις παραλλαγές των σημείων που θα διέσχιζε η διαχωριστική γραμμή, μέχρι που η νατοϊκή χούντα των Αθηνών ανέλαβε να υλοποιήσει αυτό που προετοιμαζόταν από χρόνια. Σήμερα έχει αρχίσει να επαληθεύεται η πρόβλεψη του Τούρκου συνταγματολόγου Νιχάτ Ερίμ (1912-1980) ότι, από τότε που η Αγγλία μετέτρεψε το Κυπριακό σε πρόβλημα ελληνοτουρκικής διένεξης δεν θα μπορούσε να υπάρξει άλλη κατάληξη από την διχοτόμηση.

Ο αμφιλεγόμενος για τον ρόλο που έπαιξε Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης, Αριστείδης Στεργιάδης. Οι Άγγλοι έστειλαν ειδικό άγημα στην Σμύρνη για να τον διασώσουν από το εξαγριωμένο πλήθος και να εξασφαλίσουν την επιβίβασή του επί της βρετανικής ναυαρχίδας «Σιδηρούς Δούκας» (Iron Duke), πριν ελέγξουν την πόλη οι Τούρκοι. Η Αγγλία, που είχε ωθήσει την Αθήνα στην Μικρά Ασία, τα βρήκε με τον Κεμάλ με αντάλλαγμα την αποχώρηση του ελληνικού στρατού.


Ο εθνικός μας διχασμός και οι Άγγλοι

Για τον ρόλο των Άγγλων στην δημιουργία του εθνικού διχασμού στην Ελλάδα, που υπήρξε κατάρα για τον τόπο, με συνέπεια την Μικρασιατική Καταστροφή και τον Εμφύλιο, μπορούν να ειπωθούν εκατοντάδες γεγονότα, παραδείγματα και αναφορές. Τα περισσότερα συμβάντα της εποχής είναι γνωστά και ελάχιστες αμφισβητήσεις μπορούν να υπάρξουν, όσο κι αν τα ερμηνεύει κανείς από διαφορετική πολιτική σκοπιά.

Είναι γεγονός, φερ’ ειπείν, ότι, εάν ο αγγλικός στρατός δεν είχε αδρανήσει το καλοκαίρι του ’22, αν δεν είχε επιτρέψει, συνειδητά, την καταστροφή του Ελληνισμού της Μικρασίας, ο Κεμάλ δεν θα μπορούσε να διαπραγματευθεί ως «νικήτρια» δύναμη την Συνθήκη της Λωζάννης. «Η καταστροφή» -θα γράψει ο Ελευθέριος Βενιζέλος- «εξεταστέον αν δεν είναι μεγαλυτέρα και από την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως, το 1453. Εις την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως, το έθνος έμεινεν εις τας εστίας του… συνεχίζον την ζωήν του».

Οι Άγγλοι δεν δίστασαν να παρέμβουν αλαζονικά και στην δίκη των υπευθύνων της προδοσίας του Ελληνισμού της Ιωνίας, αξιώνοντας να τους δοθεί χάρη. Αγγλικό αντιτορπιλλικό ξεκίνησε από την Γένοβα, μεταφέροντας μήνυμα του Άγγλου υπουργού Εξωτερικών. Όταν φθάνει στον Πειραιά, ο πλοίαρχος Τάλμποτ μεταφέρει στην ελληνική ηγεσία το βρετανικό τελεσίγραφο:

«Η κυβέρνησή μου με εξουσιοδοτεί να σας πω ξεκάθαρα. Ούτε πεντάρα δεν θα δείτε από το δάνειο που έχετε άμεση ανάγκη, αν τους τουφεκίσετε, και στις διαπραγματεύσεις της Λωζάννης θα σας αφήσουμε στην διάθεση των Τούρκων» (Άλκη Ρήγου, Τα κρίσιμα χρόνια 1922-1935, Τόμος Α’, εκδ. Παπαζήση).

Κι όμως, οι έξι εκείνοι επώνυμοι τάφοι έσωσαν το κομπραδόρικο κοινωνικό καθεστώς τα κρίσιμα εκείνα χρόνια, μέχρι που ξανά κλονίστηκε συθέμελα τις ημέρες της Απελευθέρωσης από την γερμανική κατοχή το 1944.

Τότε και πάλι οι βρετανικές δολοπλοκίες ανέδειξαν το Λονδίνο σε τοποτηρητή των πολιτικών εξελίξεων και οδήγησαν την χώρα στον αιματηρό Εμφύλιο πόλεμο. Ο μεγάλος μας ιστορικός Νίκος Σβορώνος γράφει χαρακτηριστικά:

«Δεν υπάρχει, νομίζω, πλέον καμμία αμφιβολία για την πολιτική του Τσώρτσιλ και την απόφασή του να εξουδετερώσει με κάθε μέσον, πολιτικό ή στρατιωτικό, τις δυνάμεις του ΕΑΜ, που ήξερε ότι αντιτίθενται στην πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας».

Ο λόγος ήταν πάντα οι ίδιοι: ένα φιλοβρετανικό καθεστώς (αργότερα φιλοαμερικανικό) που θα εξασφάλιζε τους εμπορικούς δρόμους προς την Ανατολή και τις πετρελαιοπηγές της Μέσης Ανατολής, αφ’ ενός, και, αφ’ ετέρου, η ανάσχεση της καθόδου της Ρωσίας στο Αιγαίο και την Μεσόγειο.

Οι εντολές του Τσώρτσιλ προς τα βρετανικά στρατεύματα τον Δεκέμβρη του ’44 ήταν σαφείς: «Μη διστάσετε να ενεργήσετε ως να ευρίσκεσθε σε μια κατεχόμενη πόλη…». Μετά τον Τζων (αγγλική επέμβαση), ήρθε ο Τομ (Δόγμα Τρούμαν), κι αυτοί οι δυο απηχούν την μεταπολεμική μας πολιτισμική σχιζοφρένεια και πολιτική παρακμή. Από το «στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας» προς τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ, φθάσαμε στο «ιδού η χώρα σας» των μνημονίων. Η ψευδοϊδεολογία του «Ναυαρίνου» μάς οδήγησε στην διαιώνιση της υποτέλειας και στο σημερινό failed state.

Επιδιώκοντας έναν επίλογο σε αυτό το τεράστιο θέμα, θα θυμηθούμε τον Βλάσση Γαβριηλίδη. Όπως έλεγε: «Η αγγλική Ολιγαρχία ετύπωσε την σφραγίδα της εμπορικότητας επί της εξωτερικής πολιτικής της Αγγλίας. Αυτή έπνιξε όλα τα ιδανικά ενός κράτους. Αυτή μετέβαλε τον υλισμόν εις ιδεαλισμόν… Αυτή επί αιώνας και αιώνας ανέμιξε με την διεθνήν πολιτικήν την πειρατείαν, την αρπαγήν, την αισχροκέρδειαν, την προδοσίαν. Αυτή καθιέρωσε την απιστίαν εις τας συμμαχίας. Αυτή υπερεμακιαβέλισε τον Μακιαβέλην και υπερεπάπισε τους χειροτέρους των Παπών εις τας ραδιουργίας και τον ιησουϊτισμόν…» («Δύο Πολιτισμοί», 1917, σ.20-21).

Θα μπορούσαμε να πούμε επίσης ότι, μέσα από αυτή την ιστορική σχέση του νεώτερου Ελληνισμού, με την βρετανική πολιτική καταγράφεται, μαζί με τις θετικές πλευρές των Άγγλων φιλελλήνων όπως ο Λόρδος Βύρων, η μάχη του καλού με το κακό, του λαού ενάντια στους «Εμπόρους των Εθνών», τους «Εξοχώτατους» Λόρδους και τους μισθοφόρους τους, όπως έγραφε ο ποιητής της Αντίστασης, Νικηφόρος Βρεττάκος, στους αθάνατους στίχους του.

Ο πατέρας της ελληνικής δημοσιογραφίας, εκδότης και λόγιος, Βλάσης Γαβριηλίδης (1848-1920), στο μοναδικό βιβλίο του «Δύο Πολιτισμοί» εκθέτει την πραγματική φύση της αγγλικής Ολιγαρχίας: τις ραδιουργίες, τον μακιαβελισμό της, την απιστία προς τους συμμάχους και την διαρκή αισχροκέρδεια που την χαρακτηρίζει.


 Δημοσιεύθηκε στο Hellenic Nexus τ.172 – Νοέμβριος 2021

 

1 σχόλιο: