Ελλάδα και Κίνα
Οι Αρχαίοι Δρόμοι του Μεταξιού
«Ο Κινεζικός και ο Ελληνικός πολιτισμός άνθισαν πριν
από πάνω από 2.000 χρόνια από τις δύο πλευρές της Ευρασιατικής ηπείρου και
είχαν πολλές επαφές κατά την αρχαιότητα».
Duncan Howitt-Marshall
Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την άνοδο της
Ανατολής, την παγκοσμιοποίηση που διευκολύνει την επικοινωνία και τις
ανταλλαγές με την Δύση και βέβαια για το περίφημο πρότζεκτ πολλών δισ. της
Κίνας, που αλλάζει τον χάρτη της Ευρασίας: την Πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας
Δρόμος» (Belt and Road), που είναι ο σύγχρονος «Δρόμος του Μεταξιού».
Δεν είναι όμως, η πρώτη φορά που έχουν ανοίξει οι
μεγάλοι εμπορικοί δρόμοι Ανατολής-Δύσης από ξηρά και θάλασσα. Η μεγάλη
συνάντηση της Δύσης με την Ανατολή ξεκίνησε με τον Μέγα Αλέξανδρο και άλλαξε
ριζικά τον ασιατικό κόσμο. Συνεχίστηκε μετά στην Ρώμη και στην χιλιόχρονη
Βυζαντινή αυτοκρατορία, που ήταν ο αδιάσπαστος κρίκος ανάμεσα στον ελληνιστικό,
τον μεσαιωνικό και τον σύγχρονο Ελληνισμό.
Τον ρόλο αυτό, της «πύλης» και «γέφυρας» μεταξύ Ασίας
και Ευρώπης, εξακολουθεί να παίζει και σήμερα η Ελλάδα στα Βαλκάνια και την
Ανατολική Μεσόγειο. Έτσι θέλουν να μας βλέπουν οι Ασιάτες, σύμφωνα με τα ίδια
τα λόγια του πρεσβευτή της Κίνας στην χώρα μας με αφορμή την 50η επέτειο των
διμερών διπλωματικών μας σχέσεων (12/5/2022, ΑΠΕ-ΜΠΕ), που ξεκίνησαν το 1972,
πριν από το ταξίδι του Νίξον στην Κίνα. Η Ελλάδα σήμερα είναι ανάμεσα στους τέσσερις
μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Κίνας μεταξύ των χωρών της Κεντρικής και
Ανατολικής Ευρώπης και η Κίνα έχει γίνει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της
Ελλάδας εκτός ΕΕ.
Το απόγευμα της 4ης Φεβρουαρίου 2022, στην τελετή
έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, μια κινεζική χορωδία
αποτελούμενη από 40 παιδιά της κινεζικής υπαίθρου τραγούδησε τον «Ολυμπιακό
Ύμνο» στα ελληνικά, εντυπωσιάζοντας ολόκληρο τον πλανήτη!
Σήμερα η Ελλάδα και η Κίνα έχουν πολύ καλές σχέσεις, οι οποίες συνεχίζουν να αναπτύσσονται σταθερά. Χιλιάδες Κινέζοι ζουν στην χώρα μας και περίπου 1.000 Έλληνες πολίτες ζουν στην Κίνα. Το λιμάνι του Πειραιά, το οποίο από το 2016 είναι κατά πλειοψηφία υπό κινεζική ιδιοκτησία, είναι σημαντικό από γεωστρατηγική άποψη για την Κίνα, καθώς βοηθά τις κινεζικές συναλλαγές με ολόκληρη την Ευρώπη.
Για τον εορτασμό του Έτους Πολιτισμού και Τουρισμού
Κίνας-Ελλάδας έγιναν πολλές εκδηλώσεις τον τελευταίο χρόνο που στόχευαν στην
εμβάθυνση των πολιτιστικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών, συμπεριλαμβανομένης της
ψηφιοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ανάμεσα σ’ αυτές, η έκθεση «Parallel
Space: Meet the Terracotta Warriors in Greece» («Παράλληλος χώρος: Γνωρίστε
τους Πολεμιστές από Τερρακότα στην Ελλάδα»), που φιλοξενήθηκε από το Εθνικό
Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας και το Μουσείο στο Μαυσωλείο του Αυτοκράτορα
Τσιν Σι Χουάνγκ (Qinshihuang) στο Xi'an, μια δημιουργική ενοποίηση πραγματικού
κόσμου και εικονικού χώρου, προωθώντας τον περαιτέρω διάλογο μεταξύ των δύο
αρχαίων πολιτισμών. Αυτή η διαδικτυακή έκθεση που παρουσίαζε τον Πήλινο Στρατό
είναι η πρώτη του είδους της στην Ελλάδα.
Όπως έγραψε ο Duncan Howitt-Marshall, ειδικός στη
θαλάσσια αρχαιολογία, του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ (Cambridge):
«Από τον 2ο αιώνα π.Χ., αρχαίοι Κινέζοι εξερευνητές
και έμποροι συνάντησαν τους Ινδοέλληνες του Βασιλείου των Γιανάνα (σημερινό
Αφγανιστάν και βορειοδυτική Ινδία), οι οποίοι αναφέρονται ως «Dayuan» (που
σημαίνει «Μεγάλοι Ίωνες») από τον εξερευνητή Zhang Qian». (ekathimerini.com,
29/09/2021)
Όπως είχε γράψει παλιότερα κι ο Έλληνας Αντιπλοίαρχος
Γιάννης Ρούσκος (για το περιοδικό Αρχαιολογία), τις επαφές Δύσης-Ανατολής
διευκόλυναν οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου που, φτάνοντας ώς την Ινδία,
κληροδότησε τρεις βασικές οδούς για την σύνδεση της Κίνας με τον Ελληνιστικό
κόσμο και την Μεσόγειο. «Ο βόρειος δρόμος περνούσε από τη Βακτριανή, την Κασπία
και την Μαύρη θάλασσα. Ο κεντρικός ένωνε τις Ινδίες με τον Περσικό διαμέσου του
Τίγρη στη Σελεύκεια. Από εκεί, διά ξηράς, τα εμπορεύματα έφταναν στην Αντιόχεια
και την Έφεσσο. Ο νότιος δρόμος από τις Ινδίες, μέσω της Αραβικής χερσονήσου
και της Ερυθράς θάλασσας, κατέληγε στο λιμάνι των Πτολεμαίων Βερενίκη».
(cognoscoteam.gr, 20/09/2022)
Είναι αξιοσημείωτο ότι το πρώτο άρθρο για τις σχέσεις
Ελλάδας-Κίνας -στο παρελθόν και το παρόν- γράφτηκε το 1857 στην εφημερίδα των
Αθηνών «Ανεξάρτητος» και μάλιστα παρέθετε στοιχεία άγνωστα χωρίς να αναφέρει
από πού προέρχονται. Στο άρθρο τονίζεται η αγάπη των Κινέζων για την Ελλάδα και
τον πολιτισμό της και καταδικάζονται οι επεμβάσεις των Ευρωπαίων στα εσωτερικά
της Κίνας δια των πολέμων του οπίου εκείνη την περίοδο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει
και η αναφορά ότι οι Κινέζοι μισούσαν τους Τούρκους και υποστήριξαν -έστω και
περιορισμένα- την Επανάσταση του 1821. Όπως λέει χαρακτηριστικά το άρθρο του
Π.Κ. Παντελή, εκδότη του «Ανεξάρτητου»:
«Είμεθα οι Έλληνες ημείς φίλοι της Κίνας ου μόνον ως
μεγάλου και πεπολιτισμένου και φιλελληνικού έθνους της Ανατολικής Ασίας μεθ’ ου
οι προπάτορες είχον εκ Βυζαντίου και εκ της Συρίας πάντοτε τινές εμπορικάς και
άλλας αμοιβαίως ευνοϊκάς σχέσεις αλλά και δια την προθυμίαν όσην έδειξαν τινές
των Σινών προς βοήθειαν του εθνικού ημών αγώνος και προς τούτοις διότι οι
Έλληνες πρώτοι εκήρυξαν το Ευαγγέλιον κατά την Κίναν και τα της Μεγάλης Ασίας
μέρη από των χρόνων μάλιστα του Ιουστινιανού και έτι πρότερον και έτι σήμερον
έχομεν πολλούς Σίνας (σημείωση: Κινέζους) χριστιανούς ομοδόξους όσους δεν
έχουσι πάσαι ομού και οι άλλαι Χριστιανικαί Εκκλησίαι.
Σημειωτέον ότι οι κατά καιρούς διατρίψαντες ή νυν διαμένοντες εν Κίνα ολίγοι
Έλληνες ευρίσκουσι παρά των Σινών πάντοτε, των λογιοτέρων, διάθεσιν ευνοϊκήν
προς το Ελληνικόν Έθνος καλούμενον υπ’ αυτών Ιωνικόν, ενθυμουμένων και τον Μέγα
Αλέξανδρον και την δόξαν του χριστιανικού Βυζαντίου». (Λάμπρος Βαζαίος,
Ανεξάρτητος: Η Δημοκρατική Εφημερίδα της Επανάστασης του 1821, Εκδ. Μένανδρος)
Ο Ελληνιστικός δρόμος για την Κίνα
Το πιο εντυπωσιακό γεγονός της ελληνιστικής εποχής,
λίγο μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, ήταν ότι η τεράστια περιοχή που
εκτεινόταν από την Μεγάλη Ελλάδα, πέρναγε από την Αίγυπτο και την Περσία και
έφτανε μέχρι την κοιλάδα του Ινδού, ήταν ενωμένη με μια γλώσσα, έναν πολιτισμό
και ένα νόμισμα.
Οι ηγεμόνες των Σελευκιδών έκαναν εμπόριο κατά μήκος
του Περσικού Κόλπου μέχρι την Ινδία και οι Πτολεμαίοι συνέδεσαν την Αίγυπτο με
τους στεριανούς δρόμους των αραβικών καραβανιών και την Ανατολική Αφρική.
Ταξίδια γίνονταν συνεχώς από την Αδριατική και τα Βαλκάνια μέχρι την
απομακρυσμένη Αραβία και το Κινεζικό Τουρκεστάν.
Συνδέοντας την Ευρώπη με την Ασία, ο ελληνιστικός
κόσμος έφερε μια ζωντάνια στις διηπειρωτικές πολιτιστικές ανταλλαγές, στο
εμπόριο και στην αφομοίωση των καινοτομιών πρωτοφανή στην γνωστή ιστορία.
Ο κόσμος της ελληνικής αρχαιότητας χαρακτηριζόταν σε
όλες τις εκφάνσεις του από μια ασυνήθιστα ισχυρή τάση για αισθητική ακρίβεια. Η
τεράστια επίδραση των έργων της ελληνικής τέχνης και λογοτεχνίας στην Ρώμη,
στην Αίγυπτο, στους Ετρούσκους, στους γηγενείς λαούς της Συρίας (Μεγάλη
Μακεδονία) και της Σικελίας (Μεγάλη Ελλάδα), άλλαξε τον τότε μεσογειακό κόσμο
ανεξίτηλα και επηρέασε αργότερα τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Μια ανάλογη πορεία της ελληνικής αισθητικής, όχι τόσο
ισχυρή γιατί στην Ασία υπήρχαν εξαιρετικά αναπτυγμένες κοινωνίες, έγινε και
προς την Ανατολή, όπως υποδεικνύουν οι επιρροές του Ελληνισμού στην Βουδιστική
φιλοσοφία και τέχνη. Η Ιωνία και η Βακτριανή (το σημερινό Αφγανιστάν) ενώνονταν
με ένα εξελιγμένο οδικό δίκτυο -τον Βασιλικό Δρόμο που είχαν δημιουργήσει οι
Πέρσες, προκάτοχο του Δρόμου του Μεταξιού- τον οποίον διέσχιζαν διαρκώς Έλληνες
περιηγητές, φιλόσοφοι, έμποροι και καλλιτέχνες. Η ελληνιστική επιρροή στην
Κεντρική Ασία και την Ινδική Χερσόνησο, όπου υπήρχαν και πριν τον Αλέξανδρο
αρκετές παροικίες εξορίστων και μισθοφόρων Ελλήνων, επέφερε την αλλαγή του πολιτιστικού
τοπίου της Ανατολής.
Σύμφωνα με μια θεωρία, ο μεγαλύτερος αυτοκράτορας στην
ιστορία των Ινδιών, ο Ασόκα, ο θεμελιωτής της θρησκείας του Βουδισμού, ήταν
κατά το ήμισυ Έλληνας από την κόρη του Σέλευκου. Ο Vedran Bileta, διδακτορικός
ερευνητής στην Ύστερη Αρχαιότητα και Βυζαντινή Ιστορία με έδρα την Βουδαπέστη,
εξηγεί πώς δημιουργήθηκε ο Αρχαίος Δρόμος του Μεταξιού σε ένα πρόσφατο άρθρο
του (24 Αυγούστου 2022, thecollector.com):
«Κατά ειρωνικό τρόπο, ο Βασιλικός Δρόμος των Περσών
έπαιξε σημαντικό ρόλο στις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, διευκολύνοντας
την ταχεία πρόοδο του μακεδονο-ελληνικού στρατού προς τα ανατολικά. Το
αποτελεσματικό δίκτυο επικοινωνίας επιτάχυνε επίσης την εμφάνιση των
ελληνιστικών βασιλείων, με επικεφαλής τους Διαδόχους του Αλεξάνδρου. Η Βασιλική
Οδός συνέδεε πλέον την αρχαία περσική πρωτεύουσα με τις ελληνικές πόλεις γύρω
από τη Μεσόγειο και τις νέες πόλεις που ιδρύθηκαν από τον Αλέξανδρο και τους
διαδόχους του…
Το αποτέλεσμα ήταν ένα μοναδικό μείγμα ιδεών και
παραδόσεων: ο Ελληνιστικός Κόσμος. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η
Ευρώπη και η Ασία δημιούργησαν ισχυρούς δεσμούς που θα άφηναν ανεξίτηλο σημάδι
στην παγκόσμια ιστορία, δημιουργώντας τον Δρόμο του Μεταξιού».
Από την αρχαία Ελλάδα το μετάξι ήταν γνωστό ως «σήρ»
και το μεταξωτό ύφασμα ως «σηρικός», την δε χώρα παραγωγής του την ονόμαζαν
«Σηρία» (η Κίνα). Παρ’ όλο που το μετάξι ήταν γνωστό πριν από την εκστρατεία
του Αλεξάνδρου -έχει βρεθεί μεταξωτό ύφασμα στον Κεραμεικό, σε τάφο της εγγονής
του Αλκιβιάδη- ο Αριστοτέλης αρχικά πίστευε ότι ήταν φυτικής προέλευσης.
Αργότερα, όμως, στο έργο του: «Ιστορία των ζώων» (V.19), για πρώτη φορά, μετά
την περιγραφή του μεταξοσκώληκα, μας λέει: «εκ δε τούτου του ζώου και τα
βομβύκια αναλύουσι των γυναικών τινες αναπηνιζόμεναι, κάπειτα υφαίνουσιν. Πρώτη
δε λέγεται υφήναι εν Κω Παμφίλη Πλάτεω θυγάτηρ». Δηλαδή οι γυναίκες της Κω,
όπως γράφει ο Αριστοτέλης, ασχολούνταν με το ξετύλιγμα των κουκουλιών
(«αναλύουσι»), το κλώσιμο σε κουβάρια («αναπηνιζόμεναι») και με το πλέξιμο των
μεταξιών σε υφάσματα. Και η πρώτη που ασχολήθηκε με την ύφανση του νήματος του
μεταξιού στην Κω λέγεται ότι είναι η Παμφίλη, η κόρη του Πλατέα.
Ώς τα μέσα του 7ου μ.Χ. αιώνα, που επικράτησαν οι
Άραβες στην Συρία και την Αίγυπτο, οι Έλληνες, και κατά δεύτερο λόγο οι Σύριοι,
ήταν οι κυριότεροι φορείς του εμπορίου από τις Ινδίες.
Η όλη οργάνωση του εμπορίου αυτού διεξαγόταν από τους
μεγαλέμπορους της Αλεξάνδρειας που στην πλειονότητά τους ήταν Έλληνες. Σε
αντάλλαγμα των εμπορευμάτων που εισάγονταν από την Ανατολή, ο ελληνορωμαϊκός
κόσμος έστελνε στην Ανατολή κρασί, κεραμικά, υφάσματα και κάθε είδους
κομψοτεχνήματα.
Αν και η αυτοκρατορία του Αλέξανδρου διαλύθηκε μετά
τον θάνατό του, η διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων συνεχίστηκε σ’ αυτούς
τους Δρόμους, τόσο στους ελληνιστικούς όσο και στους ρωμαϊκούς χρόνους, αλλά
και η πολιτισμική ακτινοβολία της αγαπημένης του πόλης, της Αλεξάνδρειας,
επεκτεινόταν έως τα βάθη της Ανατολής.
Ωστόσο οι αφηγήσεις και οι θρύλοι γύρω από την «γη του
μεταξιού» είχαν αρχίσει να φτάνουν στην Ελλάδα τουλάχιστον από τον 6ο π.Χ.
αιώνα. Σύμφωνα, μάλιστα, με κάποιους Κινέζους αρχαιολόγους, οι αρχαίοι Έλληνες
είχαν μεταφέρει τον πολιτισμό τους στην μακρινή Κίνα τουλάχιστον 1.500 χρόνια
πριν τον Μάρκο Πόλο. Ευρήματα ανασκαφών στην Κίνα υποδεικνύουν μεγάλες
ανταλλαγές Ελλήνων και Κινέζων σε τεχνολογία της εποχής από του χρόνους των
Μυκηνών μέχρι την εποποιΐα του Μεγάλου Αλεξάνδρου! Σήμερα ζουν γύρω στα 7
εκατομμύρια «Λευκών Κινέζων» στην επαρχία Γιουνάν (Ιωνία;), οι οποίοι
πιθανολογείται να είναι απόγονοι αρχαίων Ελλήνων και βρίσκονται σε αρμονική
συμβίωση με τους Κινέζους.
Βυζαντινή Αυτοκρατορία και Κίνα
Συνήθως πιστεύεται ότι το δυτικό τέρμα του Δρόμου του
Μεταξιού ήταν η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, ή η Ρώμη στην Ιταλία. Ωστόσο, ενώ η
Ρώμη ήταν πράγματι σημαντικός προορισμός για το κινεζικό μετάξι κατά τους δύο ή
τρεις πρώτους αιώνες του Δρόμου του Μεταξιού (ίσως μέχρι το 200 μ.Χ.), από τον
4ο αιώνα και μετά, η «Ρώμη» στην οποία οδηγούσαν όλοι οι δρόμοι στον μεσογειακό
κόσμο ήταν η «Νέα Ρώμη», ήτοι η Κωνσταντινούπολη. Ακόμα και στους δύσκολους
αιώνες παρακμής της μετά την κατάκτησή της από τους Σταυροφόρους μέχρι την
Άλωση από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1453, ο πλούτος της Κωνσταντινούπολης ήταν
θρυλικός και η θέση της της εξασφάλιζε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στο εμπόριο με
την Ανατολή.
Είναι τεκμηριωμένο ιστορικά ότι, από την βασιλεία του
Αυγούστου (27 π.Χ. – 14 μ.Χ.) έως την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453 μ.Χ.),
η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αρχικά και το Βυζάντιο στην συνέχεια είχαν συνεχή επαφή
με την Κίνα.
«Μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον
5ο αιώνα, η Ανατολική Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία έγινε ο σημαντικότερος
προορισμός για τους εμπόρους που ταξίδευαν δυτικά κατά μήκος του Δρόμου του
Μεταξιού», επισημαίνει ο Αμερικανός ιστορικός Jason Freewalt σε σχετική εργασία
του για τις σχέσεις Βυζαντινών και Κινέζων. «Κατά την διάρκεια της βασιλείας
του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄ (527-565 μ.Χ.), η Κωνσταντινούπολη συνέχισε την
ανάπτυξή της σε μια κοσμοπολίτικη πόλη που χρησίμευε ως κόμβος εμπορίου και
πολιτισμού κατά μήκος του Δρόμου του Μεταξιού, διατηρώντας την αρχαία σύνδεση
μεταξύ του Ελληνορωμαϊκού κόσμου και των Κινέζων».
Το εμπόριο, ιδίως το εμπόριο μεταξιού, κυριάρχησε στη
σύνδεση μεταξύ των δύο πολιτισμών κατά τη διάρκεια της βασιλείας του
Ιουστινιανού, συμβάλλοντας στην τροφοδότηση μιας ευημερούσας εμπορικής
βιοτεχνίας.
Σύμφωνα με μια εργασία των Fabio Guidetti και Katharina
Meinecke, νομίσματα (bracteates - βρακτεάτα) με βυζαντινά σχέδια έχουν βρεθεί
κατά μήκος του αρχαίου Δρόμου του Μεταξιού.
Τα βυζαντινά χρυσά νομίσματα και οι απομιμήσεις
βυζαντινών νομισμάτων που βρέθηκαν στην Κίνα και τις γύρω χώρες αποτελούν σημαντικά
στοιχεία για τις οικονομικές και πολιτιστικές ανταλλαγές μεταξύ Ανατολής και
Δύσης. Τα βρακτεάτα που βρέθηκαν κυρίως στο Turfan, στην αυτόνομη περιοχή
Σινζιάνγκ (Xinjiang) της Κίνας, υποδηλώνουν τον σημαντικό ρόλο τους κατά μήκος
του Δρόμου του Μεταξιού και στα ταφικά έθιμα εκεί.
Η ταξινόμηση των μοτίβων στα νομίσματα αυτά βοηθά στην
κατανόηση όχι μόνο της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και της
επιρροής των νομισμάτων ανατολικότερα κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο. Από τα
ευρήματα φαίνεται ότι οι χρυσές απομιμήσεις βυζαντινών νομισμάτων μπορούν να
χωριστούν σε δύο κατηγορίες: η πρώτη ομάδα είναι απομιμήσεις νομισμάτων με
διακόσμηση και στις δύο όψεις και μεγαλύτερο βάρος. Η δεύτερη ομάδα είναι χρυσά
βρακτεάτα με μικρότερο βάρος, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι μονόπλευρα. Η
διακόσμηση των περισσότερων βρακτεάτων αντιγράφεται από βυζαντινά χρυσά
νομίσματα, απόδειξη των ανταλλαγών μεταξύ της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της
Κίνας, καθώς και των χωρών κατά μήκος του δρόμου του μεταξιού εκείνη την εποχή.
Ένας τύπος αυτών των ευρημάτων εμφανίζεται στην
εμπρόσθια όψη των νομισμάτων κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φωκά (602-610),
με τον αυτοκράτορα να φέρει στέμμα με σταυρό και πρεπενδούλια (ή κατασειστά ή
ορμανθοί. Πρόκειται για αλυσίδες που κατέληγαν σε ένα μαργαριτάρι και κρέμονταν
από το διάδημα στον κρόταφο, οι οποίες, σύμφωνα με τις πηγές, απομάκρυναν τις
κακολογίες από τα ώτα του αυτοκράτορα). Έφερε, επίσης, θώρακα για τον κορμό
(cuirass) και χλαμύδα (στερεωμένη στον έναν ώμο και πολύ μακρύτερη από αυτήν
των αρχαίων Ελλήνων). Ένας άλλος τύπος απεικονίζεται στην εμπρόσθια όψη των
νομισμάτων κατά την διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Ηρακλείου.
Αυτό επιβεβαιώνει την πολιτική και οικονομική ανάπτυξη
της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία από τα τέλη του 5ου έως τις αρχές του 6ου
αιώνα γνώρισε μια περίοδο ευημερίας με νομισματική σταθερότητα, οικονομική
άνθηση και πολιτική επιρροή. Μετά τη νίκη της εκστρατείας του Ηράκλειου Α΄ το
620, η επιρροή της αυτοκρατορίας στην Ανατολή αποκαταστάθηκε.
Σε όλους τους αιώνες της βυζαντινής ιστορίας οι
αυτοκράτορες εξέδιδαν χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα που έφεραν την
προσωπογραφία και το όνομά τους. Ο Κανόνας του Χρυσού παρέμεινε σε ισχύ από τον
πρώτο χρυσό σόλιδο που κόπηκε από τον Κωνσταντίνο Α’ το 312 έως τις τελευταίες
εκδόσεις του Βασιλείου Β’ την δεκαετία του 1020 – μοναδικό επίτευγμα στην
Ιστορία. Τα χρυσά νομίσματα κυκλοφορούσαν σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, γιατί
με αυτά αμείβονταν οι κρατικοί αξιωματούχοι και οι στρατιώτες που ήταν εγγεγραμμένοι στους στρατιωτικούς καταλόγους.
Η Κωνσταντινούπολη, κατά την διάρκεια των έντεκα αιώνων της ύπαρξής της ως πρωτεύουσας του βυζαντινού κράτους, διαχειριζόταν τους θαλάσσιους και χερσαίους εμπορικούς δρόμους που συνέδεαν τον βορρά με τον νότο και την ανατολή με την δύση, και ασκούσε αποκλειστικό έλεγχο στις επικερδείς αγορές που συγκέντρωναν πλήθος ξένων εμπόρων. Η γεωγραφική θέση της διευκόλυνε τόσο το χερσαίο όσο και το θαλάσσιο εμπόριο.
Είναι ουσιώδες ν’ αντιληφθούμε τον προσδιορισμό αυτής
της κοινωνίας που, σαν τον Ιανό, είχε το βλέμμα της στραμμένο σε διαφορετικές
κατευθύνσεις… στ’ ανατολικά αντίκριζε αυτό που στις μέρες μας αποκαλούμε
Ευρασία και Μέση Ανατολή, στα δυτικά την Σικελία και την Ιταλία, την κεντρική
Ευρώπη και τα Βαλκάνια, στα νότια την Αφρική και στα βόρεια την Ρωσία.
Την εμπορική σημασία της Κωνσταντινούπολης μας
περιγράφει έντονα σε ένα εμπορικό εγχειρίδιο που συνέταξε γύρω στο 1340 ο
Φλωρεντίνος Francesco Pegolotti. Ο Pegolotti περιγράφει λεπτομερώς τα εξωτικά
προϊόντα της Ανατολής που μπορούσαν να αποκτηθούν στην Κωνσταντινούπολη και στη
συνέχεια δίνει συμβουλές σε όσους επιθυμούσαν να ταξιδέψουν ανατολικά, προς την
Κίνα. Ακόμη και την περίοδο που η μογγολική εξουσία είχε αρχίσει να
αποσυντίθεται, η οδός προς την Κίνα ήταν ασφαλής και ο Δρόμος του Μεταξιού
ευημερούσε, με την Κωνσταντινούπολη να αποτελεί ένα από τα κύρια σημεία
εμπορικής σύνδεσής του με την Δύση.
Κατά την βασιλεία του Ιουστινιανού, η Κωνσταντινούπολη
εξελίχθηκε σε «ενδιάμεσο σταθμό» για το εμπόριο από και προς την Κίνα. Σε
περιόδους ειρήνης, η χερσαία οδός από την Κωνσταντινούπολη προς την Κίνα
περνούσε μέσω της Περσίας, ενώ η θαλάσσια οδός περνούσε από τον Περσικό Κόλπο
στον Ινδικό Ωκεανό.
Με αυτόν τον τρόπο, η Περσία χρησίμευε ως ο κύριος
μεσάζων μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Κίνας.
Σε περιόδους ταραγμένων βυζαντινοπερσικών σχέσεων, ο
Ιουστινιανός διαπραγματεύτηκε συμμαχίες με πολλούς γειτονικούς πολιτισμούς σε
μια προσπάθεια να παρακάμψει την Περσία για να φτάσει στην Κίνα.
Η εξέχουσα θέση της Κίνας ως βασικού προμηθευτή
μεταξιού στη βυζαντινή σφαίρα επιρροής υπέστη σημαντικό πλήγμα γύρω στο 553
μ.Χ., όταν ο Ιουστινιανός έφερε λαθραία αυγά μεταξιού στην Κωνσταντινούπολη για
να δημιουργήσει μια εγχώρια βιομηχανία παραγωγής μεταξιού.
Δύο νεστοριανοί μοναχοί φέρεται να ενημέρωσαν τον
Ιουστινιανό για την προέλευση του μεταξιού και τον τρόπο παραγωγής του. Η
παραγωγή μεταξιού ήταν ένα πολύτιμο μυστικό για τους Κινέζους, οπότε ο
αυτοκράτορας ζήτησε από τους μοναχούς να του εξασφαλίσουν μερικούς από αυτούς
τους σκώληκες. Οι μοναχοί μετέφεραν λαθραία μερικά αυγά μεταξοσκώληκα κρυμμένα
μέσα στα κούφια μπαστούνια τους. Για πολλά χρόνια η βυζαντινή αυλή κρατούσε
επτασφράγιστο μυστικό τον τρόπο παραγωγής του μεταξιού από τους ευγενείς και
τον λαό.
Μετά τον 13ο αιώνα, η τεχνική του μεταξιού ξέφυγε από
το ανακτορικό περιβάλλον και η βιοτεχνία της μεταξουργίας αναπτύχθηκε σε όλη
την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μωριάς
εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς.
Παρά την ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής μεταξιού, το
Βυζάντιο δεν σταμάτησε τις εισαγωγές κινεζικού μεταξιού και το σημαντικό αυτό
εμπόρευμα διαμόρφωσε μεγάλο μέρος της εξωτερικής του πολιτικής με τους
πολιτικούς ανατολικά της Κωνσταντινούπολης.
Ωστόσο, η σχέση μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Κίνας
είχε περισσότερα στοιχεία από το μετάξι. Εκτός από το μετάξι, οι Βυζαντινοί
εισήγαγαν και άλλα είδη πολυτελείας από την Κίνα, όπως αρώματα, πιπέρι, λιβάνι,
καλλυντικά, γούνες, σίδηρο, κανέλα και ραβέντι. Μια μορφή ραβέντιου που είχε
μεγάλη ζήτηση ήταν η radix Pontica (ρίζα από τον Πόντο), ένας τύπος ραβέντιου
που χρησιμοποιούνταν για ιατρικούς σκοπούς, ο οποίος περνούσε κατά μήκος του
Δρόμου του Μεταξιού από την Κίνα μέσω του Πόντου.
Παράλληλα, οι Κινέζοι εισήγαγαν χρυσό και ασήμι, άλλα
πολύτιμα μέταλλα, πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους, κοράλλια για την
κατασκευή κοσμημάτων και διάφορες μορφές γυαλιού και υαλικών.
Το πέρασμα των εμπόρων, των ταξιδιωτών, των
καλλιτεχνών και των τεχνιτών από την Ανατολή και τη Δύση που κατέπλεαν στα λιμάνια
της πόλης αποτελεί ζωτικό στοιχείο της ιστορίας και της ταυτότητας της Πόλης. Η
Κωνσταντινούπολη παρέμεινε κέντρο εμπορίου και συναλλαγών κατά μήκος των Δρόμων
του Μεταξιού, διευκολύνοντας την ανταλλαγή όχι μόνο αγαθών αλλά και ιδεών,
τεχνών, πολιτισμικών επιρροών και καινοτομιών και μετά την Άλωση.
Η σύνδεση κατά μήκος των Αρχαίων Δρόμων του Μεταξιού και η αλληλεπίδραση μεταξύ της Ύστερης Αρχαιότητας, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του Βυζαντίου με την Κίνα μαρτυρούν ότι ποτέ δεν σταμάτησε η επαφή μεταξύ της Κίνας και της Δύσης. Η μακρά αυτή παράδοση, στην οποία πρωταρχικό ρόλο έπαιζαν πάντα οι Έλληνες, αναζωογονείται και σήμερα, συμβάλλοντας στην δημιουργία του νέου, πολυπολικού, κόσμου, ανοίγοντας για την Ελλάδα νέες δυνατότητες για μια δυναμική επέκταση προς την Ανατολή. Είναι επιτακτικό, πέρα από τις όποιες πολιτικο-οικονομικές και αμυντικές πρωτοβουλίες, και η πνευματική ηγεσία του τόπου να αναλάβει τις ευθύνες της και να ξυπνήσει από τον δυτικοστραφή, ιδιοτελή ευρω-λήθαργο, στον οποίον έχει περιέλθει.
Την κατεύθυνση αυτή είχε υποδείξει με την ομιλία του,
που αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης
Παυλόπουλος στα εγκαίνια της έκθεσης έργων τέχνης από την Απαγορευμένη Πόλη του
Πεκίνου, στο Μουσείο Ακρόπολης (14 Σεπτεμβρίου 2018).
“Σήμερα για μια ακόμα φορά συναντώνται δύο πανάρχαιοι πολιτισμοί.
Δεν είναι η πρώτη φορά, ούτε φυσικά θα είναι και η τελευταία. Μα κάθε φορά που
συναντώνται τέτοιοι πολιτισμοί και κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, είναι ένα
μεγάλο γεγονός που οφείλουμε να τιμούμε”, δήλωσε μεταξύ άλλων ο κ. Παυλόπουλος,
σημειώνοντας ότι ένα πολύ σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η «ήπια
ισχύς» τους.
“Έχει επικρατήσει χρόνια ολόκληρα, και μάλιστα πάνω σε
αυτή τη θεωρία διαμορφώθηκαν ολόκληρες στρατηγικές και πολιτικές, η άποψη ότι
ζούμε μια σύγκρουση πολιτισμών. Μεγαλύτερο λάθος δεν μπορεί να υπάρξει. Ένα
λάθος που οδήγησε σε στρατηγικές επιλογές, που τις πληρώνει πρωτίστως η Δύση
πολύ ακριβά”, υπογράμμισε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, συμπληρώνοντας ότι “ο
πραγματικός πολιτισμός, ούτε προσπαθεί να επιβληθεί, ούτε διεκδικεί καμμία
ανωτερότητα, αλλά εκπέμπει αυτό που λέμε «ήπια ισχύ»”.
Σ’ αυτή την «ήπια ισχύ» του ελληνικού πολιτισμικού
προτάγματος πρέπει να στηριχθούμε για να διαμορφώσουμε την περαιτέρω στρατηγική
μας και να προστατέψουμε το εθνικό συμφέρον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου