Wag the Dog: Το μεταμοντέρνο “όπιο του λαού”
Σχολιάζει
ο Λεωνίδας Χ. Αποσκίτης*
Πριν
από σχεδόν δύο αιώνες, ο Κάρολος Μαρξ είχε διατυπώσει την διάσημη ρήση του, “η
θρησκεία είναι το όπιον του λαού”. Το έγραψε το 1843, στην εισαγωγή ενός έργου
του φιλοσοφικής κριτικής, το οποίο δεν εκδόθηκε ποτέ. Μετά τις πρώτες δεκαετίες
του 20ου αιώνα, όταν ο,τιδήποτε μαρξιστικό έγινε του συρμού, ενσωματώθηκε αυτός
ο αφορισμός στο λαϊκό λεξιλόγιο.
Σήμερα,
174 χρόνια μετά, που οι κοινωνίες είναι σε μεγάλο βαθμό κοσμικές και “ανοιχτές”
και ειδικά στην Δύση η θρησκευτική πίστη έχει καταρρεύσει, το ερώτημα τίθεται
ξανά: ποιο είναι το όπιο του λαού; 'Η καλύτερα, αν τα θρησκευτικά
δόγματα λειτούργησαν στο παρελθόν σαν όπλο για τις άρχουσες τάξεις ώστε να
έχουν τις μάζες υποταγμένες, τι είναι αυτό που μας κρατάει σήμερα τόσο
ναρκωμένους για να μην επαναστατούμε, να μην ξεσηκωνόμαστε ενάντια στο σάπιο
σύστημα διεκδικώντας έναν καλύτερο κόσμο;
Το
παραδοσιακό όπιο, σίγουρα, ανήκει στο παρελθόν και ο μεταμοντέρνος διάδοχός
του, η ηρωΐνη, αν και πολύ πιο επικίνδυνη, έχει μειοψηφική σημασία στην
κοινωνία. Υπάρχουν, βέβαια, και άλλα ισχυρά “ναρκωτικά” στην ημερήσια διάταξη
όπως η κόκα, το κρακ, αντικαταθλιπτικά φάρμακα, όπως το Prozac, ηρεμιστικά κ.ά., που παίρνουν
“με τη χούφτα” εκατομμύρια άνθρωποι του “αναπτυγμένου” κόσμου. Υπάρχει επίσης
το ποδόσφαιρο, ο καταναλωτισμός, οι μυριάδες “σέκτες” και “νεοθρησκευτικές
λατρείες” που έχουν ανθίσει μέσα στην κρίση του πολιτισμού, η αποχαύνωση και η
παραλυσία του αλκοόλ για εκατομμύρια άτομα και πολλά ακόμα στην λίστα.
Το
ερώτημα, όμως, δεν απαντιέται μόνο με τα παραπάνω γιατί είναι κάτι πιο δυνατό,
πιο απόλυτο, πιο “ιντριγκαδόρικο”, που δρα σαν οδοστρωτήρας πάνω στις ζωές της
μεγάλης πλειοψηφίας των σημερινών ανθρώπων, τους βομβαρδίζει με ψευδαισθήσεις
και τους αποτρέπει από του να αισθανθούν τις μαύρες αλήθειες της
πραγματικότητας.
Θάλεγε
κανείς ότι “έχουμε μπει για τα καλά στην περίοδο της ηλεκτρονικής βλακείας”, παραφράζοντας
ένα από τα πνευματικότερα ποιήματα του Γ. Σεφέρη, το “Γράμμα σ' έναν ξένο
φίλο”, για την βλακεία της μηχανοκίνητης εποχής. Είναι πανίσχυρη η δυνατότητα
της σημερινής ηλεκτρονικής ψευτιάς και αυτοκαταστροφής να κατασκευάζει την
ψευδο-πραγματικότητα και να “βαπτίζει” σ' αυτήν τις μάζες, όπως αποτυπώνεται
περίφημα στην γνωστή ταινία Wag
the Dog (1997), με τους Ντε Νίρο και Αλ
Πατσίνο, όπου, για να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη
από ένα σεξουαλικό σκάνδαλο στο οποίο είναι μπλεγμένος ο πρόεδρος των ΗΠΑ, δύο
συνεργάτες του πλανητάρχη ζητούν τη βοήθεια ενός παραγωγού του Χόλλυγουντ
προκειμένου να σκηνοθετήσει ένα φανταστικό πόλεμο με την Αλβανία!
Το
σύστημα σκηνοθετεί την “αλήθεια” μέσα από τα εταιρικά ΜΜΕ, ακολουθώντας τον
κανόνα “δεν ακούω τίποτα κακό, δεν βλέπω τίποτα κακό, δεν μιλώ για τίποτα
κακό”. Αν δεν αναφερθεί μια είδηση, είναι σαν να μην συνέβη και δεν θα
χρειασθεί να ασχοληθεί κανείς με το ζήτημα αυτό.
Αν
καταστεί απαραίτητο να συζητηθεί ένα θέμα (όπως π.χ. η εφαρμογή των Μνημονίων
στην χώρα μας μετά το 2010), αυτό πρέπει να γίνεται με τους ανθρώπους του mainstream που διαθέτουν το
απαραίτητο “κύρος” και την δεδομένη προσαρμοστικότητα.
Για
τον σκοπό αυτό, το σύστημα δημιουργεί μεθοδικά τους δικούς του ειδικούς, τους
δικούς του συγγραφείς, ηγέτες ή σημαίνοντα πρόσωπα, που θα είναι πρόθυμα να
διαμορφώσουν μια νέα βάση μέσω επιστημονικών και ερευνητικών στοιχείων, ή
στοιχείων που προκύπτουν από κοινωνική έρευνα ή μαρτυρίες, τα οποία θα οδηγούν
σε συμπεράσματα ευνοϊκά γι' αυτό.
Η
αντίθετη άποψη (φερ' ειπείν στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης, η έξοδος από
το Ευρώ) δεν ακούγεται, περιθωριοποιείται, επιβάλλεται η σιωπή στους
υποστηρικτές της, δυσφημείται και εξουθενώνεται με σωρεία αρνητικών πληροφοριών
(αστήρικτων τις περισσότερες φορές) και καθαρούς εκβιασμούς (οικονομική καταστροφή,
πολεμική απειλή κ.λπ.).
Αν
δεν δουλέψουν οι παραπάνω μέθοδοι, υπάρχει και η λύση της αναγκαστικής
“απόσυρσης από την κυκλοφορία” του αντιπάλου με αποφασιστικούς τρόπους ώστε η
ανάγκη να αντιμετωπισθεί ένα θέμα να εξαλειφθεί εντελώς.
Σε
παλιότερες εποχές, όπου η ανάγκη της “δημοκρατικής επίφασης” δεν ήταν
απαραίτητη, αυτό ήταν πιο εύκολο. Τα ψέμματα λέγονταν ευκολότερα και η ροή της
πληροφορίας λογοκρίνετο άμεσα. Οι κανόνες εφαρμόζονταν βίαια σε όσους
βρίσκονταν εκτός των ορίων της επίσημης πολιτικο-κοινωνικής δομής.
Στην
εποχή της παγκοσμιοποίησης και του Internet,
ο στόχος είναι εξίσου βρώμικος και οι κατεστημένες ελίτ δεν διστάζουν ούτε
λεπτό, στον έλεγχο της πληροφόρησης όμως οι μέθοδοι είναι διαφορετικές. Η
τεχνική, η “μαγεία” του ψέμματος, έχει εξευγενισθεί και τελειοποιηθεί. Η
μηχανική του ανθρώπινου νου και της ανθρώπινης ψυχής αποτελεί διαρκή εμμονή του
κατεστημένου. Με προσεκτικά σχεδιασμένες μεθόδους, ο στόχος δεν είναι να
καταστραφεί η αλήθεια, αλλά να την κρύψουν μέσα στα μάτια μας και να αναγκάσουν
την πλειοψηφία να παραδοθεί αμαχητί.
Θα
δούμε, λοιπόν, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για να ενισχύουν και νά
προωθούν την ανάπτυξη της παραπληροφόρησης καθώς και το πώς μπορούμε να
εντοπίσουμε τις πηγές της παραπληροφόρησης.
Πώς οι “ψυχολογικές επιχειρήσεις” φυτρώνουν παντού
Πρόσφατα
αποχαρακτηρισμένα ντοκουμέντα από την
περίοδο του Ρήγκαν αποκαλύπτουν πώς η ελίτ των Ηνωμένων Πολιτειών, στα πλαίσια
του ηγεμονικού της ρόλου στην Παγκοσμιοποίηση, ανέπτυξε εξελιγμένες ψυχολογικές
επιχειρήσεις (psyops),
οι οποίες -τις τελευταίες τρεις δεκαετίες- έχουν δημιουργήσει μια εικονική
πραγματικότητα τόσο για τους Αμερικανούς πολίτες, όσο και για τον υπόλοιπο
κόσμο. Μια υποδομή που επέκτεινε την επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών στο
εξωτερικό και έκανε να πάψουν οι όποιες διαφωνίες στο εσωτερικό της.
Τα
έγγραφα αποκαλύπτουν την συγκρότηση μιας γραφειοκρατίας psyops υπό την διεύθυνση
ανώτερων στελεχών του τμήματος συγκεκαλυμμένων επιχειρήσεων της CIA. Στην σχετική επίσημη αναφορά
του Πενταγώνου με τον τίτλο “Information
Operations Roadmap”,
που είναι υπογεγραμμένη από τον Ράμσφελντ, μεταξύ άλλων, γράφεται: “Ο Χάρτης
αναγνωρίζει ότι οι πληροφορίες που εισάγονται ως μέρος των στρατιωτικών
ψυχολογικών επιχειρήσεων, ή Psyops,
προωθούνται στις οθόνες των υπολογιστών και των τηλεοράσεων των Αμερικανών
πολιτών. Μηνύματα των psyops
θα επαναλαμβάνονται συχνά από τα μέσα ενημέρωσης απευθυνόμενα σε
πολύ ευρύτερο κοινό, στο οποίο περιλαμβάνεται και το αμερικανικό”.
Μέχρι το 1980, οι ψυχολογικές επιχειρήσεις
εντάσσονταν στις πολεμικές τακτικές που χρησιμοποιούντο για να σπάσουν το ηθικό
του εχθρού με φόβο, σύγχυση και ψέμματα. Η ίδια αρχή εφαρμόζεται σήμερα
εναντίον των πολιτών, ενός στοχευμένου πληθυσμού, ώστε να τον κάμψουν
πολιτισμικά, να υπονομεύσουν την θέλησή του οπότε να είναι εύκολη η χειραγώγηση
και ο έλεγχός του.
Για
να το θέσουμε αλλιώς, οι ψυχολογικές επιχειρήσεις είναι εκείνο το οπλικό
σύστημα που παίζει τον ίδιο σπουδαίο ρόλο και στην περίοδο ειρήνης, όσο και στο
πεδίο της μάχης.
Είναι
γνωστό άλλωστε ότι, όλοι σχεδόν οι πόλεμοι ξεκίνησαν με “false flag”
επιχειρήσεις, όπως αυτή στις 4 Απριλίου, με τις χημικές επιθέσεις στην Συρία,
που επέτρεψαν στον Τραμπ να γυρίσει στην πολιτική των βομβαρδισμών.
Για
να στηρίξουν αυτή την μονομερή ενέργεια, μέσα ενημέρωσης όπως το CNN και διαμορφωτές της
αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έκαναν χρήση μιας πολύ εξελιγμένης
προπαγανδιστικής εκστρατείας, η οποία περιελάμβανε εικόνες από βίντεο και
ιστορίες, πηγή των οποίων ήταν δυνάμεις που αντιτίθενται στον Άσσαντ, όπως τα
“Λευκά Κράνη” (“White
Helmets”).
Βασικοί Κανόνες Παραπλάνησης
Η
αρχή της παραπληροφόρησης καλύπτει τα περισσότερα “παιχνίδια”, τα οποία παίζουν
οι μαιτρ του είδους στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ και το Διαδίκτυο.
Σε
περίπτωση που δεν έχει γίνει αντιληπτό, εταιρείες όπως η Google και το Facebook διαθέτουν ήδη
εξαιρετικά μεγάλη δύναμη.
Πίσω
απ' όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι κανόνες, που οι αχυράνθρωποι του συστήματος
χρησιμοποιούν για να επιβάλλουν την προπαγάνδα τους, να εξουδετερώσουν τις
“δυσάρεστες” απόψεις, να αποθαρρύνουν και να υπονομεύσουν κάθε διάθεση και κάθε
δυνατότητα αντίστασης. Οι πιο γνωστές τακτικές είναι οι εξής:
-
Η
τακτική, αντί για δημιουργικό διάλογο, να προκαλείται μια έντονη διαμάχη
“διαίρει και βασίλευε” με στόχο να προκαλέσει συναισθηματική φόρτιση και έτσι
να σπείρει την διχόνοια και να επιτύχει τον τορπιλλισμό της συνεργασίας. “Βάλτε
τους να πολεμάνε ο ένας τον άλλον και όχι το διεφθαρμένο κατεστημένο,
χρησιμοποιείστε πολιτικές καρικατούρες για να εξαγριώσετε τους πάντες”, είναι η
φιλοσοφία της μεθόδου αυτής.
-
Η
μέθοδος του να προτείνονται ακραίες, εξαιρετικά δύσκολες και ανεφάρμοστες
λύσεις, οι οποίες περισσότερο θα βλάψουν παρά θα βοηθήσουν, ή είναι εντελώς
δυσανάλογες προς αυτό που συζητείται. Για παράδειγμα, αν η συζήτηση γίνεται για
το αν είναι σκόπιμο ή όχι να εθνικοποιηθούν οι μεγάλες τράπεζες, ή να γυρίσουμε
στην ρήτρα χρυσού, εμφανίζονται κάποιοι που λένε ότι όλοι οι τραπεζικοί πρέπει
να σκοτωθούν επειδή είναι αμετανόητοι και ξεπουλημένοι, ή ότι όλες οι τράπεζες
πρέπει να βομβαρδιστούν. Αυτό απαξιώνει την προσπάθεια ερμηνείας των γεγονότων
και οργάνωσης των μαζών. Πρόκειται για την μέθοδο του “προβοκάτορα” του Web.
-
Η
προπαγάνδα ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη επειδή θα μας συνθλίψουν αν το
επιχειρήσουμε. Για παράδειγμα, κάθε φορά που ένας του συστήματος (όπως στην
περίπτωση της ΕΛΣΤΑΤ) διαρρέει κάποιες πληροφορίες, λένε ότι “αυτόν θα τον
βγάλουν απ' την μέση”. Αν οι χρήστες κάνουν λόγο για διαμαρτυρία, οργάνωση,
μποϋκοτάρισμα, ακτιβισμό, αποκάλυψη της αλήθειας, μαζική απόσυρση των χρημάτων
τους ή άλλης μορφής συλλογική δράση, τότε γράφονται επίτηδες πράγματα που θα
τους φοβίσουν και θα τους αποθαρρύνουν, όπως “δεν έχουμε καμμιά δυνατότητα
γιατί αυτοί έχουν drones
και, έτσι και προσπαθήσουμε, θα μας σκοτώσουν.
-
Η
τεχνική της αξίωσης για πλήρη, “ατράνταχτη απόδειξη” και για εγγυημένες λύσεις
των προβλημάτων που συζητιούνται. Αυτό αποθαρρύνει τους πολίτες από του να
αναφέρουν και να αποκαλύπτουν δημόσια την διαφθορά, την απάτη και άλλα
πραγματικά προβλήματα.
-
Οι
κατηγορίες ότι τα εναλλακτικά μέσα -όπως τα έντυπα και τα blogs που συνήθως γράφονται
από τους πλέον ειδικούς στον τομέα τους, χωρίς την παρέμβαση άλλου- είναι
αναξιόπιστα ή κίνητρό τους έχουν μόνο τα χρήματα (για παράδειγμα,
χρησιμοποιείται ο υποτιμητικός όρος “σκουπίδια” για οποιοδήποτε blog με άποψη).
-
Η
τακτική της χρησιμοποίησης ολόκληρου στρατού από μαριονέττες-υποχείρια, που
προσλαμβάνονται για να “τρολάρουν” τις αντιστασιακές αναρτήσεις στους
ιστότοπους. Χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι, ακόμα και στρατιωτικό προσωπικό,
υπηρετούν σε αυτά τα αφανή ποστ για να “διορθώνουν” τις αναρτήσεις που δεν
αρέσουν στα αφεντικά με απρεπή ή άσχετα σχόλια. Χρησιμοποιείται, επίσης, ειδικό
λογισμικό με το οποίο δημιουργούνται πολυάριθμες ψεύτικες ταυτότητες, η καθεμιά
από τις οποίες έχει την δική της ιντερνετική διεύθυνση, και με αυτές
παρεμβαίνουν οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες ή τα εταιρικά λόμπυ στο διαδίκτυο.
-
“Προστατέψτε
τους πλούσιους και τους ισχυρούς, χαρακτηρίζοντας οποιεσδήποτε νύξεις περί
εγκληματικής δραστηριότητάς τους ως “συνωμοσιολογία””. Αυτή είναι η βασική εντολή
προς τα παπαγαλάκια του συστήματος. Το είδαμε κατά κόρον στην περίοδο των
Μνημονίων. Όταν οι “συνωμοσιολόγοι” επαληθεύονται, τα γεγονότα γίνονται
αναπόφευκτα και αποδεικνύεται ότι οι ελίτ παίζουν με εγκληματική απερισκεψία με
τις ζωές και τις περιουσίες μας, τότε τις προστατεύουν, παριστάνοντας ότι το
αναπόφευκτο αποτέλεσμα -πυρηνικά ατυχήματα, οικονομικές κρίσεις, τρομοκρατικές
επιθέσεις ή άλλες καταστροφές- ήταν “απροσδόκητο” και ότι “κανείς δεν μπορούσε
να γνωρίζει”...
-
Η
τακτική “κτύπα και τρέχα”, με την χρησιμοποίηση ενός αχυρανθρώπου, ο οποίος θα
κάνει μια σύντομη, βρώμικη επίθεση στον στόχο ή στις θέσεις του και μετά θα την
“κοπανήσει” χωρίς να αρθρώσει σοβαρό αντίλογο. Η μέθοδος αυτή λειτουργεί πολύ
αποτελεσματικά στο Ίντερνετ. Έτσι αποφεύγεται η συζήτηση επί της ουσίας και
υποχρεώνεται ο αντίπαλος του συστήματος να βρεθεί σε αμυντική θέση, αν
προσπαθήσει να βγάλει τη ρετσινιά.
-
Άλλη
μέθοδος είναι να χαρακτηρίζεται το θέμα εξαιρετικά περίπλοκο (π.χ. η υπερχρέωση
των κρατών) και η αλήθεια ως τελικά αδύνατον να αποκαλυφθεί. Αυτό το στρατήγημα
συνήθως προϋποθέτει την υιοθέτηση μιας υποχωρητικής στάσης εντελώς διαφορετικής
από την αρχική.
-
Μια
άλλη μέθοδος είναι να χαρακτηρίσουν τους σκεπτικιστές ως “συνωμοσιολόγους”,
“τρελλούς”, “φαφλατάδες”, “αλλοπρόσαλλους” και, φυσικά, “κατασκευαστές φημών”,
αλλά μετά θα πρέπει να αποφεύγουν με κάθε προσοχή τον έντιμο και ανοικτό
διάλογο μαζί τους. Αυτό είναι βέβαια εύκολο όσον αφορά τα τηλεοπτικά πάνελ όπου
σπάνια τους καλούν, όχι όμως και στο διαδίκτυο όπου έχει το πάνω χέρι η
εναλλακτική πληροφόρηση. Εκεί, τα διάφορα “τρολς” των μυστικών υπηρεσιών
αναλαμβάνουν να δυσφημίσουν τα σχετικά επιχειρήματα... ως “περσινά, ξινά
σταφύλια”. Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος που οργίασε η παραπληροφόρηση -όλων
των πλευρών- στην περίπτωση του πολέμου στην Συρία την τελευταία 5ετία.
-
Η
τακτικής της επιστράτευσης του “κύρους”. Σύμφωνα με την τακτική αυτή, οι
διαστρεβλωτές της αλήθειας είναι βασικό να περιβληθούν με κύρος ή να
επικαλεσθούν ειδικούς και να εμπλουτίσουν τους ισχυρισμούς τους με πολλούς
δυσνόητους όρους και μικρολεπτομέρειες για να δείξουν ότι είναι “γνώστες”.
Έτσι, μπορούν να πουν με θράσος ότι οι ισχυρισμοί του αντιπάλου απλώς δεν
ισχύουν χωρίς να θίξουν την ουσία του θέματος ή να χρειαστεί να αποδείξουν
ατράνταχτα το γιατί ούτε τις πηγές που ανέφεραν.
-
Η
τακτική της γελοιοποίησης και δυσφήμισης των αντιπάλων με χαρακτηρισμούς του
τύπου “αλλοπρόσαλλοι”, “υπερδεξιοί”, “ακροαριστεροί”, “τρομοκράτες”,
“συνωμοσιολάγνοι”, “φανατικοί”, “ρατσιστές”, “θεούσοι”, ομοφοβικοί” κ.ο.κ. χωρίς
ξανά να χρειαστεί να μιλήσουν επί της ουσίας του θέματος.
Εν
κατακλείδι, το σημερινό “όπιο του λαού” είναι η ψευδαίσθηση που καλλιεργείται
ότι όλα γίνονται λογικά, με βάση τον νόμο της εξέλιξης ή κάποια άλλη
κοινωνικο-οικονομική νομοτέλεια και η απόκρυψη της ιδιοτελούς απληστίας και των
κρυφών κινήτρων μιας άνομης, παντοδύναμης ελίτ, που αποφεύγει -όπως ο διάολος
το λιβάνι- την συζήτηση επί της ουσίας και χαρακτηρίζει ως ανυπόστατη φήμη κάθε
αλήθεια που ακούγεται, ασχέτως προέλευσης. Απέναντι σ' αυτήν την παράλογη,
μεταμοντέρνα χειραγώγηση, το σίγουρο που πρέπει να κάνουμε είναι να γινόμαστε
όλο και πιο δύσπιστοι και αγανακτισμένοι. Μόνο έτσι θα επιβιώσουμε.
*Δημοσιεύθηκε
στο Hellenic Nexus τ.118, Μάϊος 2017
Wag the Dog (1997), με τους Ντε Νίρο και Ντάστιν Χόφμαν
ΑπάντησηΔιαγραφή